ΜΕΝΟΥ

ΑΡΘΡΑ ΣΕ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η ρινορραγία διακρίνεται σε πρόσθια και οπίσθια. Στην πρόσθια ρινορραγία η αιμορραγία προέρχεται από το μπροστινό μέρος της μύτης και το αίμα ρέει από το ένα ή και από τα δύο ρουθούνια. Στην πρόσθια αιμορραγία το πρώτο που πρέπει να κάνετε είναι να ηρεμήσετε, να αναπνέετε από το στόμα και να κλείνετε με τα δάχτυλά σας πιεστικά τα ρουθούνια σας. Ακόμη, μπορείτε να βάλετε μια γάζα κάτω από το άνω χείλος και να τοποθετήσετε κρύες κομπρέσες πάνω στη μύτη σας. Αν παρ' όλα αυτά η αιμορραγία δεν σταματήσει, φυσήξτε δυνατά από το ρουθούνι το οποίο αιμορραγεί, για να διώξετε τυχόν ξένα σώματα και πήγματα αίματος. Έχοντας φτιάξει ένα βαμβάκι σε σχήμα και μέγεθος στιλό (το οποίο εμποτίζεται σε υπεροξείδιο του υδρογόνου, δηλαδή οξυζενέ), το εισάγετε όλο στο ρουθούνι, ώστε να κλείσει ερμητικά. Αυτό ονομάζεται πρόσθιος επιπωματισμός. Η αιμορραγία πρέπει να σταματήσει και η αφαίρεση του βαμβακιού γίνεται έπειτα από έξι ώρες. Σε περίπτωση που ύστερα από ένα έως τρία λεπτά εξακολουθεί να ρέει αίμα στη στοματική κοιλότητα, σημαίνει ότι η αιμορραγία είναι οπίσθια, οπότε είναι απαραίτητη η ταχεία μεταφορά του ασθενούς στο νοσοκομείο για τη διενέργεια οπίσθιου επιπωματισμού από εξειδικευμένο γιατρό. Στα παιδιά εφαρμόζουμε πιεστική μέθοδο. Εάν δεν σταματά η αιμορραγία, κάνουμε πρόσθιο επιπωματισμό. Το βαμβάκι έχει σχήμα στιλό, αλλά μέγεθος ανάλογο με το ρουθούνι του παιδιού.

Στην οπίσθια ρινορραγία το αίμα προέρχεται από το πίσω μέρος της μύτης, κυλά στο φάρυγγα και καταπίνεται ή βγαίνει από το στόμα. Η τελευταία είναι αρκετά σοβαρή και επικίνδυνη, καθώς τα αγγεία που βρίσκονται στο βάθος της μύτης είναι μεγαλύτερα και, όταν σπάνε, η ποσότητα του αίματος που χάνεται είναι σημαντική. Οι ρινορραγίες είναι αρκετά συχνές στην παιδική ηλικία, από τεσσάρων μέχρι δέκα ετών, και προκαλούνται κυρίως:

  • Σε περιπτώσεις υψηλού πυρετού,
  • Σε τραυματισμούς κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού και
  • Όταν τα παιδιά πειράζουν τη μύτη τους.

Μερικές φορές οι επίμονες ρινορραγίες, που διαρκούν περισσότερο από είκοσι λεπτά, οφείλονται σε σοβαρές αρρώστιες, όπως είναι οι εξής:

  • Υπέρταση,

    Οι επίμονες ρινορραγίες, που διαρκούν περισσότερο από είκοσι λεπτά, οφείλονται σε σοβαρές αρρώστιες.

  • Αναιμία,
  • Αρτηριοσκλήρωση,
  • Αιμορροφιλία,
  • Λευχαιμία,
  • Χρόνια νεφρίτιδα κ.λπ. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι απαραίτητος ο λεπτομερής έλεγχος , ο οποίος θα οδηγήσει στη γρήγορη διάγνωση της πάθησης.

Προφύλαξη

Μπορείτε να προφυλαχτείτε από τις συνηθισμένες ρινορραγίες αν επιδιώκετε να βρίσκεστε σε υγρό περιβάλλον, εάν δεν "σκαλίζετε" τη μύτη σας και αν φροντίζετε να τη διατηρείτε υγρή, κάνοντας συχνές πλύσεις με φυσιολογικό ορό. Το χειμώνα, οι ρινορραγίες είναι πιο συχνές, επειδή ο κρύος αέρας προκαλεί υπεραιμία στο εσωτερικό της μύτης και ξηραίνει το βλεννογόνο, ενώ η γρίπη και τα κρυολογήματα συνοδεύονται από έντονο φτάρνισμα και συνάχι. Συχνές αιμορραγίες σε μικρό χρονικό διάστημα, άσχετα από την ποσότητα του αίματος, το χρόνο και τον τρόπο που σταματούν, πρέπει να μας οδηγούν στο γιατρό.



Οι εμβολιασμοί είναι ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της βιοιατρικής έρευνας και τεχνολογίας και συγκαταλέγονται μεταξύ των πιο αποτελεσματικών μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας. Τα λοιμώδη νοσήματα απειλούν και σήμερα το ανθρώπινο γένος και όπως φαίνεται, θα εξακολουθήσουν να το απειλούν, ακόμη και σε χώρες υγειονομικά αναπτυγμένες (όπως η Ελλάδα), σε περίπτωση που ατονίσουν τα μέτρα πρόληψης. Σκοπός των εμβολιασμών δεν είναι μόνο η εξάλειψη της νόσου, αλλά και η τέλεια εκρίζωση του αιτιολογικού παράγοντα, όπως έγινε με την ευλογιά. 200 χρόνια μετά την ανακάλυψη του πρώτου εμβολίου κατά της ευλογιάς βρισκόμαστε πολύ κοντά στην παρασκευή νεότερης γενιάς εμβολίων, που θα σώζουν εκατομμύρια παιδιά. 'Ομως ακόμη και σήμερα πεθαίνουν δύο εκατομμύρια παιδιά το χρόνο, διότι δεν έχουν εμβολιαστεί με τα ήδη από πολλών ετών υπάρχοντα εμβόλια.

Ανεξάρτητα από τους προληπτικούς εμβολιασμούς, επιβάλλεται συνεχής επαγρύπνιση για την αποφυγή επανεμφάνισης λοιμωδών νοσημάτων που είχαν τεθεί υπό έλεγχο (π.χ. διφθερίτιδα). Το προτεινόμενο εθνικό χρονοδιάγραμμα εμβολιασμών προσομοιάζει με αρκετά χρονοδιαγράμματα Ευρωπαϊκών χωρών, και ακολουθεί τις βασικές οδηγίες της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας, χωρίς όμως να είναι πανομοιότυπο με κανένα. Θα πρέπει εδώ να υπογραμμισθεί, ότι δεν έχει γίνει δυνατή μια πανευρωπαϊκή συναποδοχή σχετικά με το χρονοδιάγραμμα των εμβολιασμών. Έτσι, κάθε κράτος εφαρμόζει το δικό του πρόγραμμα, προσαρμοσμένο κατάλληλα στις τοπικές υγειονομικές και κοινωνικές συνθήκες, καθώς και στα νεότερα επιδημιολογικά δεδομένα.

ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΩΝ ΓΙΑ ΒΡΕΦΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ

*Η Ακαδημία Παιδιατρικής των Η.Π.Α και η Συμβουλευτική Επιτροπή για τα προγράμματα των εμβολιασμών ( 1997 ) συνιστούν προκειμένου για εμβολιασμό κατά της πολιομυελίτιδας 3 εναλλακτικά σχήματα: 1. IPV στόν 2ο και 4ο μήνα και OPV μεταξύ l2ου και l8ου μηνός και 4-6 ετών. 2.Μόνον IPV στίς προαναφερθείσες ηλικίες.3. Μόνον OPV στις προαναφερθείσες ηλικίες.Η Επιτροπή προτιμά το 1ο σχήμα. Ας σημειωθεί ότι το εμβόλιο IPV κυκλοφορεί από τό 1987 στις ΗΠΑ με τη νέα μορφή της ενισχυμένης ανοσοποιητικής του δύναμης. Fi Επιτροπή δεν συνιστά 3η βασική δόση.
** Η 2η δόση του MMR συνιστάται να γίνεται μεταξύ 4-8 ετών ήrll~ ετών, αλλά είναι δυνατόν να γίνει σε οποιαδήποτε επίσκεψη, υπο την προϋπόθεση ότι πρέπει να έχει παρέλθει τουλάχιστον 1 μήνας από την πρώτη δόση και να χορηγηθούν αμφότερες μετά το 1 ο έτος.

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ ΕΜΒΟΛΙΩΝ ΚΑΙ ΟΔΟΙ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΤΟΥΣ

DTP: (Dίptheria -Tetanus -Pertussis):Το τριπλό εμβόλιο διφθερίτιδας - τετάνου και κοκκύτου, που περιέχει ανατοξίνες διφθερίτιδας και τετάνου και νεκρούς αιμοφίλους του κοκκύτου.
DTaP : (Diphtheria - Tetanus - acellular Pertussis): Διαφέρει από το DTP ως προς το αντικοκκυτικό, που είναι ακυτταρικό (λύση της κυτταρικής μεμβράνης ) και περιέχει αδρανοποιημένη κοκκυτική τοξίνη, νηματοειδή αιμοσυγκολλητίνη, διάφορα αιμοσυγκολλητινογόνα και περιακτίνη, ουσία της εξωτερικής κυτταρικής μεμβράνης
DT: (Diptheria - Tetanus):Το διπλό εμβόλιο διφθερίτιδας και τετάνου
Τ : (Tetanus) :Το εμβόλιο του τετάνου.
Td : Το διπλό εμβόλιο διφθερίτιδας και τετάνου τύπου ενηλίκου, το οποίο περιέχει ελαττωμένη ποσότητα διφθεριτικής ανατοξίνης (2 IU σε 0,5 ml ) και τη συνήθη δόση τετανικής ανατοξίνης. Τόσο το εμβόλιο αυτό όσο και τα προηγούμενα χορηγούνται ενδομυϊκώς κατά προτίμηση στο γλουτό ή στην πλάγια επιφάνεια του μηρού.
OPV : (Oral Polio Vaccin) :Το αντιπολιομυελιτικό εμβόλιο Sabin με ζώντες εξασθενημένους ιούς πολιομυελίτιδας οροτύπων 1, 2 και_3. Χορηγείται από το στόμα.
IPV : (Inactivated Polio Vaccin): Το αντιπολιομυελιτικό εμβόλιο Salk, με αδρανοποιημένους ιούς πολιομυελίτιδας οροτύπων 1, 2 και 3. Χορηγείται υποδορίως.
MMR : (Measles, Mumps, Rubella): Εμβόλιο κατά της ιλαράς, παρωτίτιδας, ερυθράς με ζώντες εξασθενημένους ιούς, που χορηγείται υποδορίως ή ενδομυϊκώς στο δελτοειδή μύ.
BCG : (Bacille Calmette - Guerin): Εμβόλιο κατά της φυματίωσης με εξασθενημένα βακτηρίδια φυματίωσης βοείου τύπου. Χορηγείται ενδοδερμικώς στην κατάφυση του δελτοειδούς μυός.
Hep.B : (Hepatitis Β): Εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας Β, που παράγεται με την τεχνική του ανασυνδυασμένου DNA. Χορηγείται ενδομυϊκώς στο δελτοειδή μύ.
Hep.A : (HAV) ( Hepatitis Α.): Εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας Α. Εναιώρημα που περιέχει ιό ηπατίτιδας Α του στελέχους ΗΜ 175 αδρανοποιηθέντα με φορμαλδεύδη και προσροφημμένο σε υδροξείδιο του αλουμινίου. Χορηγείται ενδομυϊκώς στο δελτοειδή μύ.
Hib: (Haemophilus influenza b): Εμβόλιο κατά των βαρειών λοιμώξεων (μηνιγγίτιδας, σηψαιμίας, πνευμονίας ) των βρεφών και νηπίων από το μικρόβιο του αιμόφιλου της ινφλουέντζας τύπου b, που αποτελείται από τον πολυσακχαρίτη της κάψας του μικροβίου συζευγμένο με μιά πρωτέϊνη π.χ, την ανατοξίνη του τετάνου ή της διφθερίτιδας. Η σειρά των δόσεων δεν είναι απαραίτητο να γίνει με τον ίδιο τύπο συζευγμένης πρωτεϊνης. Χορηγείται ενδομυϊκώς στο δελτοειδή μύ ή στον τετρακέφαλο σε βρέφη και νήπια.
M.V.: (Meningococcal Vaccine): Εμβόλιο κατά του μηνιγγιτιδόκοκκου (Neίsseria meningitίdis) που περιέχει αντιγόνα πολυσακχαριτών του ελύτρου έναντι των ομάδων Α και C ή που είναι πολυδύναμο και περιέχει τα αντιγόνα A,C,Y, και W 135. Χορηγείται υποδορίως. Για το μηνιγγιτιδόκοκκο της ομάδας Β, δεν υπάρχει εμβόλιο
R.V.A : (Rabies Vaccine Absorbed) ή HDCV (Human Diploid Cell Vaccine ) ή RDCV (Rhesus DίρΙοίd Cell Vaccine): Εμβόλια κατά της λύσσας. Ο RNA ιός της λύσσας έχει ειδικά καλλιεργηθεί σε διπλοειδή κύπαρα ανθρώπου ή διπλοειδή εμβρυϊκά κύπαρα πνεύμονα πιθήκου. Χορηγούνται ενδομυϊκώς στο δελτοειδή μύ.
RIG: (Rabies Immune Globulin): Ανθρώπειος αντιλυσαικός ορός. Χορηγείται ταυτόχρονα ενδομυϊκώς με το εμβόλιο σε άλλο σημείο του σώματος.
Tetracoq: Συνδυασμένο εμβόλιο DTP και ενισχυμένο αντιγονικά IPV(Salk), που
συνιστάται σε μερικές χώρες για τις πρώτες τρείς δόσεις στη βρεφική ηλικία. Χορηγείται ενδομυϊκώς.

ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΩΝ
ΓΙΑ ΒΡΕΦΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΙΑ ΜΙΚΡΟΤΕΡΑ ΤΩΝ 7 ΕΤΩΝ
ΠΟΥ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΑΝ ΝΑ ΕΜΒΟΛΙΑΣΘΟΥΝ

* Εάν γίνει στην 4η επίσκεψη δεν απαιτείται επανάληψη της δόσης στην 5η επίσκεψη.
** κατά προτίμηση γίνεται 10-12 μήνες μετά την 4η επίσκεψη.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η Εθνική Επιτροπή εμβολιασμών και η Ελληνική Παιδιατρική Εταιρεία συνιστούν τα εμβόλια HepB και Hib να γίνονται μαζικά σε όλα τα βρέφη. Το Hep Β χορηγείται στις ηλικίες 2 μηνών, 3 μηνών και 8 μηνών ή σε σχήμα 0, 1, 6 μήνες σε μεγαλύτερα βρέφη, παιδιά, εφήβους και νεαρούς ενήλικες. Το Hib σε παιδιά μέχρι 5 ετών. Σε παιδιά μεγαλύτερα των 12 μηνών χορηγείται μόνο μία δόση. Για το σχήμα σε βρέφη μικρότερα των 12 μηνών ιδέ κεφάλαιο 'Αλλα Εμβόλια, Hib.

ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΩΝ
ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ 7 ΕΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ
ΠΟΥ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΑΝ ΝΑ ΕΜΒΟΛΙΑΣΘΟΥΝ

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ : Ειδική μέριμνα πρέπει να ληφθεί για τους μετανάστες και τους μετακινούμενους πληθυσμούς που είναι, ως επί το πλείστον ανεμβολίαστοι. Για τους πληθυσμούς αυτούς συνιστάται η ταυτόχρονη χορήγηση όσο το δυνατόν επιστημονικώς επιτρεπτών περισσοτέρων εμβολίων.

ΑΛΛΑ ΕΜΒΟΛΙΑ

· Hep Β : Συνιστάται πέραν από τα βρέφη να γίνεται και σε όλα τα παιδιά, εφήβους και νεαρούς ενήλικες. Χορηγείται σε σχήμα 0, 1, 6, μήνες και προκαλεί ανοσία περίπου δεκαετούς διάρκειας. Δεν συνιστάται εργαστηριακός προέλεγχος των ορολογικών δεικτών ούτε επαλήθευση της ανοσοποίησης. Προέλεγχος απαιτείται σε ενήλικα άτομα υψηλού κινδύνου, όπου γίνεται ο εμβολιασμός επιλεκτικά (π.χ. στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, στους πολυμεταγγιζόμενους ασθενείς, νεφροπαθείς, ιδρυματικά άτομα και το προσωπικό, τοξικομανείς, ομοφυλόφιλους, ιερόδουλες και άλλα εκδιδόμενα άτομα ή με πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους άτομα και στα μέλη οικογενειών φορέων ). Η Π.Ο.Υ. και οι αρμόδιοι επιστημονικοί φορείς συνιστούν τον εμβολιασμό όλων των βρεφών, παιδιών και εφήβων. Αυτό ήδη εφαρμόζεται σε πολλές αναπτυγμένες όσο και αναπτυσσόμενες χώρες εθελοντικά ή και υποχρεωτικά (Ιταλία κ.α.). 'Hδη εφαρμόζεται έλεγχος των εγκύων για ιοφορία. Στην περίπτωση που ο έλεγχος αποβεί θετικός, χορηγείται στο νεογνό εντός των πρώτων ωρών από τη γέννηση υπεράνοση γ σφαιρίνη (0,5 m.l.) και αρχίζει εντός του πρώτου 24ώρου ο εμβολιασμός. Η δόση για τα παιδιά είναι η μισή των ενηλίκων δηλ. 0,5 ml, η υπόλοιπη μισή δόση μπορεί να δοθεί σε άλλο παιδί την ίδια στιγμή. Σύντομα θα κυκλοφορήσει στη χώρα μας, η παιδική συσκευασία . Η δόση ενηλίκου του 1 ml χορηγείται από την ηλικία των 11 ετών, αλλά μπορεί να χορηγηθεί άφοβα από ηλικίας 3 μηνών. Κυκλοφορούν δύο σκευάσματα του Hep Β του 1 ml , με διαφορετική περιεκτικότητα αντιγόνου, αλλά με ισοδύναμη αποτελεσματικότητα. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι σπάνιες, ήπιες και συνηθισμένες π.χ πυρετός, τοπικός ερεθισμός. Μελλοντικά θα κυκλοφορήσει πενταδύναμο εμβόλιο DTP-HepB-Hib.

· Hep Α: 'Ιδιο σχήμα εμβολιασμού και ίδιες ανεπιθύμητες ενέργειες με του Hep Β: Συνιστάται μόνο για ομάδες υψηλού κινδύνου π.χ. ταξιδιώτες σε χώρες υψηλής ενδημικότητας, προσωπικό βρεφονηπιακών σταθμών και ιδρυμάτων, μετακινούμενοι πληθυσμοί, μετανάστες από ενδημικές χώρες, ιατρονοσηλευτικό προσωπικό μονάδων λοιμωδών νοσημάτων και παιδιατρικών τμημάτων, κοινοτικοί και δημοτικοί υπάλληλοι καθαριότητας, εργάτες επεξεργασίας λυμάτων, χειριστές τροφίμων, τοξικομανείς, εκδιδόμενα άτομα, αιμορροφιλικοί, χρόνιοι ηπατοπαθείς, πολυμεταγγιζόμενοι και ανοσοκαταταλμένοι.

· Hib : Σχήμα εμβολιασμού: 0, 2, 6, 18 μήνες αρχίζοντας από 3-4, μηνών. 0, 2, 14 μήνες αρχίζοντας από 6 μηνών. Για παιδιά μεγαλύτερα των 12 μηνών, που δεν είχαν εμβολιασθεί αρκεί μία δόση,. Για ανεμβολίαστα παιδιά μεγαλύτερα των 5 ετών δεν χρειάζεται εμβολιασμός. Το πενταδύναμο DTP HepB Hib θα λύσει το πρόβλημα των πολλαπλών ενέσεων στα βρέφη. Στις Η.Π.Α. και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες ήδη εφαρμόζεται μαζικός εμβολιασμός.

· DTaP: Οι ανεπιθύμητες ενέργειες τοπικές και γενικές, είναι πολύ ηπιότερες εκείνων του DTP. Συνιστάται περισσότερο για τις δύο αναμνηστικές δόσεις μετά το βασικό εμβολιασμό ή και την τελευταία των βασικών, εάν οι ανεπιθύμητες ενέργειες του DTP ήταν εντονότατες στο συγκεκριμένο παιδί. Τελευταία θεωρείται κατάλληλο και για τις πρώτες δόσεις του βασικού εμβολιασμού.

· Td : Η φύσιγγα 0,5 ml περιέχει 10 LF ( αντιγονικές μονάδες ) τετανικής ανατοξίνης και 2 LF διφθεριτικής ανατοξίνης, δηλ. το 1/10 της κανονικής ποσότητας. 'Οταν δεν διατίθεται Td μπορεί να γίνει αραίωση κοινού DT 1/10 και ανάμιξη με απλό εμβόλιο τετάνου, που περιέχει 10 LF, ως συνήθως.

· B.C.G. : Όσα παιδιά διαφύγουν τον εμβολιασμό στον 6ο χρόνο πρέπει να εμβολιάζονται κατά τα επόμενα χρόνια της φοίτησής τους στο σχολείο. Σε μερικές περιοχές της χώρας με υψηλό δείκτη διαμόλυνσης ενδεχομένως να είναι προτιμότερο ο εμβολιασμός να διενεργείται τον πρώτο μήνα της ζωής, γιαυτό χρειάζεται να γίνουν εμπεριστατωμένες επιδημιολογικές μελέτες σε ορισμένους νομούς. Σε ειδικές περιπτώσεις ατόμων υψηλού κινδύνου ο εμβολιασμός πρέπει να διενεργείται στη νεογνική και βρεφική περίοδο, π.χ. σε υψηλό κίνδυνο ενδοοικογενειακής μόλυνσης, σε μετακινούμενους 'Ελληνες αθιγγάνους και σε μετανάστες.

· RVA: Ο ιός της λύσσας μολύνει το Κ.Ν.Σ. και είναι συνήθως θανατηφόρος. Διατηρείται στη φύση σε άγρια ζώα του δάσους, π.χ. αλεπούδες, αγριόγατοι, λύκοι, νυχτερίδες, σκίουροι. Στην Ελλάδα δεν αναφέρθηκαν κρούσματα τόσο στον άνθρωπο όσο και στα ζώα τα τελευταία 25 χρόνια. Γι' αυτό θεωρείται άσκοπος o προφυλακτικός αντιλυσσικός εμβολιασμός μετά από δήγμα σκύλου ή γάτας σε όλους τους νομούς, πλην εκείνων που συνορεύουν με κράτη της Βαλκανικής. Μετά την έκθεση του ατόμου σε νοσούν, ύποπτο ή εξαφανισθέν ζώο παραμεθόριων νομών και μετά επιμελή πλύση του τραύματος με νερό και σαπούνι και συρραφή, όπου απαιτείται, χορηγούνται αντιλυσσικός ορός (RIG) και εμβόλιο. H δόση του εμβολίου είναι 1 ml την 1η ημέρα και εν συνεχεία την 3η, 7η, 14η και 28η, ενδομυϊκώς στο δελτοειδή μύ. Ταυτόχρονα με την 1 η δόση χορηγείται και ανθρώπινος αντιλυσσικός ορός σε δόση 20 IU ανά χιλιόγραμμο βάρους σώματος (φιαλίδια των 2 ml με 300 IU,των 10 ml με 1500 IU). Η ένεση γίνεται ενδομυϊκώς και όχι στο ίδιο σημείο με το εμβόλιο. Εμβόλιο για προφύλαξη από τη νόσο συνιστάται για ομάδες υψηλού κινδύνου όπως κτηνίατροι, άτομα που έχουν στενή σχέση με ζώα και μπορεί να νοσήσουν, τεχνικούς εργαστηρίων που ασχολούνται με τον ιό της λύσσας κ.α. Η διάρκεια προστασίας του εμβολίου είναι διετής, με δυνατότητα χορήγησης αναμνηστικής δόσης.

· Μ.Β.: Το εμβόλιο κατά του μηνιγγιτιδόκοκκου εκτός του τύπου B (που δεν υπάρχει) χορηγείται προς το παρόν συστηματικά μόνο σε στρατιώτες ορισμένων Ευρωπαϊκών κρατών και των Η.Π.Α. και σε επιδημίες. Πρόσφατα χορηγήθηκε και στη χώρα μας σε ειδικές περιπτώσεις.

· OPV : Μερικοί συνιστούν και μία 6η δόση (2 σταγόνες αντί 3) στην ηλικία 15-18 ετών.

ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΕΜΒΟΛΙΩΝ
Τα εμβόλια DTP ή DTaP ή DT, HepB, Hib, MMR και OPV μπορούν να χορηγηθούν ταυτόχρονα, εφόσον ενδείκνυνται και χωρίς ενδοιασμούς, αλλά με ξεχωριστές σύριγγες και σε άλλα σημεία του σώματος, σε εκείνες τις περιπτώσεις που εικάζεται ότι δεν θα υπάρξει επόμενη επίσκεψη καθώς σε λαθρομετανάστες και σε μετακινούμενους πληθυσμούς Ελλήνων αθιγγάνων. Επίσης, τα παραπάνω εμβόλια ή μερικά από αυτά μπορούν να χορηγηθούν ταυτοχρόνως και με του μηνιγγιτιδοκόκκου και του κίτρινου πυρετού ή της χολέρας σε ταξιδιώτες. Ας επισημανθεί εδώ, ότι το εμβόλιο της χολέρας δεν πρέπει να γίνεται ταυτόχρονα με του κίτρινου πυρετού εκτός από εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, στις οποίες θα εκτιμηθούν οι κίνδυνοι από τις ενδεχόμενες παρενέργειες. Μπορεί όμως να γίνουν σε χρονικό μεσοδιάστημα τριών εβδομάδων. Οι ταξιδιώτες θα έχουν την αναμενόμενη προφύλαξη τουλάχιστον δέκα μέρες μετά τον ή τους εμβολιασμούς.
Για το B.C.G. το μόνο γνωστό είναι, ότι μπορεί να χορηγηθεί μαζί με το OPV (Sabin) τον πρώτο μήνα της ζωής.

ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΩΝ

Για μια αποτελεσματική τεχνητή ενεργητική ανoσοποίηση του πληθυσμού πρέπει να ακολουθούνται οι εξής βασικοί κανόνες :

1. Ο γιατρός πρέπει να κατατοπίζει λεπτομερώς τον εμβολιαζόμενο ή τους γονείς του για το είδος του εμβολίου, τη διάρκεια της ανοσίας που θα επιτευχθεί και τον ακριβή χρόνο για την επόμενη δόση. Δεν είναι σπάνιο να επιμένει η μητέρα ότι έγινε εμβόλιο τριπλό, απλώς και μόνο επειδή στο παιδί της έγιναν τρεις ενέσεις, που θα μπορούσαν να ήταν τρεις δόσεις του διπλού εμβολίου.

2. Οι οδηγίες της παρασκευάστριας εταιρείας που συνοδεύουν το εμβόλιο, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη διατήρηση και τον τρόπο χορήγησης του, καθώς και η ημερομηνία λήξης του εμβολίου, γιατί με την πάροδο του χρόνου ελαττώνεται η αντιγονική του δύναμη.

3. Τα εμβόλια πρέπει να διατηρούνται σε χαμηλή θερμοκρασία. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται για τα εμβόλια ιλαράς, ερυθράς και παρωτίτιδας, που περιέχουν ζωντανούς εξασθενημένους ιούς. Τα εμβόλια αυτά πρέπει να αποθηκεύονται σε σκοτεινό θάλαμο και σε θερμοκρασία 2-8°C, ακόμη και όταν βρίσκονται σε ξηρή μορφή. 'Oταν διαλυθούν διατηρούνται μόνο επί 8 ώρες, με την προυπόθεση ότι θα φυλάσσονται κάτω από τις συνθήκες, που αναφέρθηκαν. Οι παραπάνω συνθήκες αποθήκευσης ισχύουν και για τον τύπο εμβολίου Sabin που παρασκευάζεται στο γαλλικό εργοστάσιο του οίκου Merieux, που κυκλοφορεί σε υγρή κατάσταση και έχει ημερομηνία λήξης μετά από μερικούς μήνες. Υπάρχει και ένας άλλος τύπος εμβολίου Sabin που διατηρείται στην κατάψυξη μέχρι και μερικές ώρες πριν χορηγηθεί.

4. Το παιδί και ο ενήλικας, που πρόκειται να εμβολιαστούν, πρέπει πρώτα να εξετασθούν κλινικά. Πλην των βασικών αντενδείξεων που αναφέρονται σε άλλο σημείο, ο εμβολιασμός πρέπει να αναβάλλεται και όταν η κλινική εξέταση αποκαλύπτει οξύ εμπύρετο νόσημα. 'Ηπιος όμως βήχας, ελαφρά καταρροή ή ακόμη και ελάχιστη δεκατική πυρετική κίνηση (37.1 -37.3 στη μασχάλη) δεν είναι λόγος αναβολής. Εργαστηριακές εξετάσεις π.χ γενική αίματος ή ούρων, δερμοαντίδραση Mantoux κ.λ.π. δεν χρειάζεται να προηγούνται του εμβολιασμού, παρά μόνο εάν ο γιατρός υποψιάζεται νόσο μετά την κλινική εξέταση. Την ημέρα του εμβολιασμού και λίγες μέρες μετά δεν χρειάζεται δίαιτα.

5. Κάθε εμβόλιο πρέπει να χορηγείται στην κατάλληλη ηλικία για δυο κυρίως λόγους:
α) Την ελάττωση της πιθανότητας έντονων αντιδράσεων και επιπλοκών
β) Την ταχύτερη και επιτυχέστερη ανοσοποίηση.

6. Τα εμβόλια που χορηγούνται παρεντερικά πρέπει να ενίενται βαθειά υποδορίως, εφόσον ο κατασκευαστής συστήνει την υποδόρια οδό ή καλύτερα ενδομυικών. 'Οταν χορηγούνται σε περισσότερες δόσεις η ένεση πρέπει να γίνεται σε διάφορες θέσεις, για να αποφεύγονται όσο γίνεται, οι έντονες τοπικές αντιδράσεις, ως και ο σχηματισμός δυσαπορρόφητων όζων.

7. Εάν η 1η δόση του τριπλού εμβολίου προκαλέσει παρατεταμένο και υψηλό πυρετό (>40°C), έντονη ανησυχία ή ακόμη και κλάμα πάνω από τρεις ώρες δεν υπάρχει αντένδειξη συνέχισης του τριπλού εμβολίου. Εάν το παιδί παρουσιάσει και σπασμούς, τότε χορηγείται κάθε αντιγόνο του διπλού χωριστά και σε μικρότερη δόση π.χ. στο 1/5 ή 1/10 της κανονικής. Σε περιπτώσεις εξελισσόμενης νευρολογικής νόσου ή επιληψίας προτιμάται το διπλούν εμβόλιο. Στο γενικό πληθυσμό η πιθανότητα νευρολογικών επιπλοκών από το DPT είναι απειροελάχιστη (από ορισμένους θεωρείται ως τυχαία συνύπαρξη), ενώ πρέπει να συνεκτιμηθεί ότι από τον κοκκύτη είναι χιλιαπλάσια.

8. Εάν για οποιοδήποτε λόγο καθυστερήσει η επόμενη δόση εμβολιασμού, π.χ. του τριπλού ή του OPV, επί 2, 3 ή και περισσότερους μήνες, δεν χρειάζεται να αρχίσει ο εμβολιασμός από την αρχή. Στις περιπτώσεις αυτές συνεχίζουμε κανονικά τον εμβολιασμό με την προϋπόθεση να έχει υπάρξει μεσοδιάστημα τουλάχιστον 3 μηνών, μεταξύ δύο. εκ των τριών πρώτων βασικών δόσεων του DTP ή του OPV.

9. Το διάστημα μεταξύ δύο διαφορετικών εμβολιασμών πρέπει να είναι μεγαλύτερο των 4 εβδομάδων, όταν πρόκειται για εμβόλια με ζωντανά μικρόβια και ιδίως ιούς, για την αποφυγή του φαινομένου της παρεμβολής (INTERFERENCE ΡΗΕΝΟΜΕΝΟΝ), δηλαδή της αδρανοποίησης του ιού από την ιντερφερόνη, που παρήγαγε o προηγούμενος εμβολιασμός. Το ίδιο ισχύει και για την απόσταση ιογενούς νοσήματος και εμβολιασμού με ζωντανό εξασθενημένο ιό. Δεν υπάρχει όμως πρόβλημα όταν γίνεται ταυτόχρονα εμβολιασμός με περισσότερους από ένα είδος ιών όπως π.χ. στο MMR.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΤΩΝ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΩΝ
Σχεδόν όλες οι αντενδείξεις αποτελούν μόνο λόγο αναβολής και ελάχιστες είναι απόλυτα απαγορευτικές.
Κατατάσσονται όλες σε τρεις κατηγορίες:

Α. Στη διαδρομή οξειών νόσων και ιδίως λοιμώξεων. Μετά την ανάρρωση, βεβαίως, διενεργούνται οι εμβολιασμοί ελεύθερα.

Β. Στην ενεργό φάση ή έξαρση χρονίων νοσημάτων όπως:
1. Μεσογειακή αναιμία και άλλες αιμοσφαιρινοπάθειες (όταν η τιμή της αιμοσφαιρίνης είναι χαμηλή).
2. Σακχαρώδης διαβήτης, που δεν έχει ικανοποιητικά ρυθμιστεί.
3. Αλλεργικά νοσήματα. Παιδιά που είναι αλλεργικά στο αυγό δεν διατρέχουν όπως παλιότερα κίνδυνο από εμβόλια, που οι ιοί τους αναπτύχθηκαν σε καλλιέργειες αυγών ή εμβρύων ορνίθων, όπως π.χ το εμβόλιο κατά της ιλαράς, το MMR κ.α., διότι σήμερα τα εμβόλια αυτά είναι κεκαρθαμένα. Αυτό όμως δεν ισχύει για αλλεργικούς ενήλικες. Επίσης άτομα αλλεργικά στην πενικιλλίνη και σε άλλα αντιβιοτικά πρέπει να αποφεύγουν όσα εμβόλια περιέχουν τα αντιβιοτικά αυτά, συνήθως είναι εκείνα με ζωντανούς εξασθενημένους ιούς.
4. Κακοήθη νοσήματα
5. Ανοσοποιητική ανεπάρκεια (ισχύει μόνο για εμβόλια από ζωντανούς ιούς).
6. Εκτεταμένες και βαρειές δερματοπάθειες π.χ ψωρίαση, έκζεμα κ.α.
7. Καρδιακή ανεπάρκεια.
8. Νεφρική ανεπάρκεια; νεφρωσικό σύνδρομο, πυελονεφρίτιδα.
9. Νευρολογικά νοσήματα

Γ. Διάφορες άλλες καταστάσεις:
1. Εγκυμοσύνη.
2. Ανοσοκαταστολή.
3. Πρόωρα με σπασμούς στα οποία δεν θα γίνει DTP.
4. Στη διάρκεια επιδημιών συνιστάται η αναβολή του προγράμματος εμβολιασμών, ενώ επιβάλλεται ο εμβολιασμός κατά του νοσήματος που προκάλεσε την επιδημία. Τούτο δεν ισχύει για τις συνηθισμένες μικροεπιδημίες π.χ. της παρωτίτιδας αν και o ιός είναι νευροτρόπος, ισχύει όμως για την επιδημία πολιομυελίτιδας.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι η ενεργητική ανοσοποίηση συμβάλλει σημαντικά στην εξαφάνιση των λοιμωδών νόσων. Παράλληλα όμως, απαιτείται και η λήψη υγειονομικών μέτρων, η συνεχής υγειονομική επαγρύπνηση, η βελτίωση των συνθηκών της
ατομικής υγιεινής από τους αρμόδιους φορείς και η αγωγή υγείας, για τη στενή συνεργασία του κοινού. Εξάλλου, στον 20ο αιώνα έγινε η επανάσταση της ιατρικής έρευνας, της γενετικής έρευνας και της βιοτεχνολογίας για την παραγωγή νέων εμβολίων, όπως
π.χ. της ανεμοευλογιάς, του από στόματος αντιτυφικού εμβολίου , (ΤΥ 21 α), των εμβολίων κατά της Shigella, Ε. coli, της σχιστοσωμίασης και των συνδυασμένων εμβολίων.



ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ