ΜΕΝΟΥ

Πέμπτη 19 Μαΐου 2022

Αύξηση της αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας



Η Θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι μία αυτοάνοση θυρεοειδική νόσος, δηλαδή μία κατάσταση κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται κατά του θυρεοειδούς αδένα. Η φλεγμονή που προκαλείται από τη νόσο οδηγεί συχνά στον υποθυρεοειδισμό – συγκεκριμένα, πρόκειται για την πιο συχνή αιτία υποθυρεοειδισμού στις μέρες μας και πρωταρχικά επηρεάζει μέσης ηλικίας γυναίκες, αλλά μπορεί να παρουσιαστεί σε άνδρες και γυναίκες όλων των ηλικιών, ακόμα και στα παιδιά. Η ενδοκρινολόγος
Δρ. Αικατερίνη Παπαδοπούλου μας βοηθά να μάθουμε τη νόσο λίγο καλύτερα.

Η Θυρεοειδίτιδα Hashimoto τυπικά αναπτύσσεται με αργό ρυθμό και προκαλεί χρόνια καταστροφή του θυρεοειδούς, οδηγώντας σε μείωση των επιπέδων των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα. Όπως σημειώνει η ειδικός, η καθυστέρηση της διάγνωσης μπορεί να οδηγήσει σε έναν αριθμό επιπλοκών όπως: βρογχοκήλη (αυξημένο μέγεθος θυρεοειδούς), καρδιαγγειακή νόσο λόγω αυξημένων επιπέδων χοληστερίνης, ψυχική νόσο (κατάθλιψη, μειωμένη libido) και, τέλος, μυξοίδημα – μια απειλητική για τη ζωή κατάσταση που μπορεί να οδηγήσει σε κώμα.
Τα συμπτώματα της συγκεκριμένης νόσου περιλαμβάνουν: εύκολη κόπωση, νωθρότητα, μυϊκή αδυναμία, δυσανεξία στο κρύο, δυσκοιλιότητα, ωχρό και ξηρό δέρμα, οιδηματώδες προσωπείο, εύθραυστα νύχια, τριχόπτωση, ανεξήγητη πρόσληψη βάρους, διαταραχές έμμηνου ρύσεως, κατάθλιψη και διαταραχές μνήμης. Γι’ αυτούς τους λόγους, ο υποθυρεοειδισμός αλλοιώνει την ποιότητα ζωής των ασθενών, οι οποίοι θα πρέπει να αναζητήσουν βοήθεια από τον ειδικό, αν παρουσιάσουν τα πρώτα μη ειδικά συμπτώματα εύκολης κόπωσης, ξηρό δέρμα, δυσκοιλιότητα και αύξηση βάρους.
Η διάγνωση του υποθυρεοειδισμού πραγματοποιείται με τη μέτρηση της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) και των θυρεοειδικών ορμονών (Τ3 και Τ4) στο αίμα, αναφέρει η Δρ. Παπαδοπούλου. Η ανίχνευση θυρεοειδικών αντισωμάτων είναι χρήσιμη για τον καθορισμό της Θυρεοειδίτιδας Hashimoto, ενώ το υπερηχογράφημα θυρεοειδούς βοηθά τον ειδικό να διακρίνει τη θυρεοειδίτιδα από την πολυοζώδη βρογχοκήλη και τους όζους που είναι ύποπτοι για κακοήθεια.

 

Μεγάλη αύξηση της αυτοάνοσης θυρεοειδίτιδας παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, φαινόμενο το οποίο, σύμφωνα με τους ειδικούς, αποδίδεται σε επιδημιολογικούς και γενετικούς παράγοντες, καθώς επίσης και στην ακτινοβολία του περιβάλλοντος.

"Τελευταία, διαπιστώσαμε ότι η αυτοανοσία αυτή αυξάνει μετά από χορήγηση ιωδίου, που έγινε υποχρεωτική στην Ελλάδα, δια νόμου, μέσω τη χορήγησης ιωδιομένου αλατιού. Έτσι, σ' αυτές τις περιπτώσεις, προσπαθώντας να επαναφέρουμε τα επίπεδα του ιωδίου σε φυσιολογικά όρια, είχαμε ως πρόβλημα την αύξηση των περιστατικών με αυτοανοσία του θυρεοειδούς. Η αυτοανοσία αυτή βαθμιαία καταστρέφει το θυρεοειδή, τον αποδιοργανώνει, με τελικό αποτέλεσμα τον υποθυρεοειδισμό", ανέφερε ο ενδοκρινολόγος, άμισθος καθηγητής, διευθυντής της ενδοκρινολογικής κλινικής του νοσοκομείου Παναγία, Γεράσιμος Κρασσάς, στο πλαίσιο του πολυθεματικής επιστημονικής διημερίδας, που διοργανώνει στην Καλαμαριά το 2o Γενικό Νοσοκομείο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ Θεσσαλονίκης "Παναγία".

Εγκυμοσύνη και θυρεοειδίτιδες

Στο ερώτημα "τι γίνεται, όμως, για την προφύλαξη των γυναικών, που πάσχουν από αυτοάνοσο θυρεοειδίτιδα και μένουν έγκυες;" ο κ. Κρασσάς απαντά: "Ενώ μέχρι σήμερα δεν επεμβαίναμε θεραπευτικά σ' αυτές τις γυναίκες, με αποτέλεσμα αυξημένες αποβολές, τα τελευταία 2-3 χρόνια συνιστάται η χορήγηση προληπτικής φαρμακευτικής αγωγής για να προλάβουμε αποβολές πρώτου τριμήνου".

 Ο ρόλος της διατροφής και των θρεπτικών συστατικών
Όπως σε όλα τα αυτοάνοσα νοσήματα, έτσι και στη Θυρεοειδίτιδα Ηashimoto, ο ρόλος της διατροφής στην πρόληψη και αντιμετώπιση της νόσου είναι πολύ σημαντικός. Η φλεγμονώδης διατροφή και, παράλληλα, η λήψη πολλών επεξεργασμένων υδατανθράκων δημιουργούν χρόνιες φλεγμονές και απορρύθμιση του ανοσοποιητικού μας συστήματος, σχολιάζει η ειδικός.
Τα θρεπτικά συστατικά των τροφίμων γεωργικής και ζωικής παραγωγής δεν είναι όπως ήταν παλαιότερα. Η συστηματοποίηση για την αύξηση της παραγωγής, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες σίτισης του ολοένα και αυξανόμενου πληθυσμού, έχουν ως αποτέλεσμα πιο “φτωχές” τροφές με μικρή ή καθόλου θρεπτική αξία.
Το δε έντερο είναι καταλύτης στην όλη διαδικασία, τονίζει η Δρ. Παπαδοπούλου. Αφ’ ενός γιατί συνδέεται άμεσα με το ανοσοποιητικό, αφ’ ετέρου γιατί η διατάραξη της χλωρίδας του μεταφράζεται άμεσα στη μη απορρόφηση των πολύτιμων θρεπτικών συστατικών για τον οργανισμό.
Πληθώρα μελετών1 έχει δείξει ότι υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ Θυρεοειδίτιδας Hashimoto και της δυσανεξίας στη γλουτένη. Όπως φαίνεται, η γλουτένη πυροδοτεί επιθέσεις εναντίον του θυρεοειδούς στα άτομα που πάσχουν από τη νόσο. Επομένως, οι ασθενείς αυτοί καλό θα είναι να ακολουθούν δίαιτα περιορισμένη σε γλουτένη.
Η έλλειψη βιταμίνης D αυξάνει επίσης τον κίνδυνο εμφάνισης Θυρεοειδίτιδας Hashimoto, και έχει φανεί ότι τα συμπληρώματα αυτής βοηθούν στην καλύτερη εξέλιξη της νόσου, μειώνοντας τα επίπεδα αυτοαντισωμάτων, αναφέρει η ειδικός.
Σε ασθενείς, δε, που πάσχουν από αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα και έχουν μειωμένα επίπεδα σεληνίου, ενός σημαντικού χημικού στοιχείου των θυρεοειδικών κυττάρων, η συμπληρωματική χορήγηση σεληνίου προάγει τη μείωση της αυτοανοσίας.
Τέλος, έχει διαπιστωθεί ότι τα άτομα που πάσχουν από υποθυρεοειδισμό έχουν αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης έλλειψης βιταμίνης Β12 και σιδήρου, καθώς και μειωμένα επίπεδα φυλλικού και βιταμίνης Β6. Όπως σημειώνει η Δρ. Παπαδοπούλου, η αναπλήρωση αυτών των στοιχείων με την τροφή ή/και με συμπληρώματα διατροφής μπορεί να είναι επιτακτική για κάποιους ασθενείς.

 

Τα τελευταία χρόνια, κατόπιν εκτεταμένης έρευνας, διαπιστώθηκε ότι τα φυσιολογικά επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλάζουν σημαντικά. "Αυτό σημαίνει ότι μία έγκυος γυναίκα θεωρείται ότι είναι ευθυρεοειδική (καλή θυρεοειδική λειτουργία), ενώ σε κάθε άλλη περίπτωση θα ήταν δυσθυρεοειδική. Μ' αυτό το δεδομένο, η χορήγηση θεραπευτικής αγωγής σ' αυτές τις περιπτώσεις είναι κακή ιατρική πράξη, με τεράστια δυσμενή επίδραση στην έγκυο γυναίκα", εξήγησε ο κ. Κρασσάς.

Έχει διαπιστωθεί, επίσης, ότι γυναίκες, οι οποίες έχουν φυσιολογική θυρεοειδική λειτουργία και θετικά θυρεοειδικά αντισώματα (ένδειξη θυρεοειδικής αυτοανοσίας) είναι επιρρεπείς σε αποβολές πρώτου τριμήνου. Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι ο αριθμός των αποβολών στις γυναίκες αυτές τριπλασιάζεται σε σχέση με γυναίκες, που δεν έχουν θετικά θυρεοειδικά αντισώματα (χωρίς θυρεοειδική αυτοανοσία).

Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα μήπως θα έπρεπε σ' αυτές τις γυναίκες να χορηγηθεί κάποιου είδους θεραπευτική αγωγή, η οποία θα μπορούσε να ελαττώσει την αυτοανοσία τους ή θα μπορούσε να καταστείλει τα θετικά αντισώματα, με αποτέλεσμα λιγότερες αποβολές και λιγότερες συνέπειες για το έμβρυο.

"Μέχρι σήμερα, υπάρχουν μόνον δύο μελέτες διεθνώς, που έχουν δημοσιευθεί και έχουν ερευνήσει αυτό το πρόβλημα. Και οι δύο προέρχονται από την Ιταλία. Στη μία δοκιμάστηκε το σελήνιο και δεν βρέθηκε θετική ανταπόκριση και στην άλλη η χορήγηση θυροξίνης, με σημαντικά θετικά αποτελέσματα. Απαιτούνται μεγάλες συγκριτικές μελέτες πριν καταλήξουμε στο τι θα πρέπει να κάνουμε στις γυναίκες αυτές. Ταυτόχρονα, τα τελευταία χρόνια, λόγω της αυξημένης χρήσης της μεθόδου της τεχνητής γονιμοποίησης διαπιστώθηκε ότι μετά τη χορήγηση των τεραστίων δόσεων γυναικείων ορμονών στις γυναίκες αυτές, για να παράγουν ωάριο, διαταράσσεται η θυρεοειδική τους λειτουργία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορούν να μείνουν έγκυες λόγω δυσθυρεοειδισμού και όχι ανεπιτυχούς αποτελέσματος της τεχνητής γονιμοποίησης", ανέφερε ο κ. Κρασσάς.

 Σε τρεις μεγάλες μελέτες, που προέρχονται από το Βέλγιο, φάνηκε ότι γυναίκες που υποβάλλονται σε τεχνητή γονιμοποίηση και λαμβάνουν τεράστιες δόσεις οιστρογόνων αποτυγχάνουν να μείνουν έγκυες, σε ποσοστό περίπου 75-80%, σε σχέση με εκείνες στις οποίες "διορθώθηκε" η θυρεοειδική λειτουργία αμέσως μετά τη θεραπευτική χορήγηση των γυναικείων ορμονών. "Φαίνεται ότι ο θυρεοειδής μας παρουσιάζει συνεχώς εκπλήξεις και εμπλέκεται σε μία πολύ μεγάλη γκάμα βιοχημικών και ορμονικών φυσιολογικών μηχανισμών, η δε διαταραχή της λειτουργίας του απορρυθμίζει πλήρως έναν μεγάλο αριθμό από όλες αυτές τις λεπτές ισορροπίες", κατέληξε ο κ. Κρασσάς.

 

Χρήσιμες Πληροφορίες
Οι ασθενείς με Θυρεοειδίτιδα Hashimoto πρέπει να γνωρίζουν ότι πρόκειται για μια κληρονομική ασθένεια και θα πρέπει να ελεγχθούν οι πρώτου βαθμού συγγενείς. Επίσης, οι ασθενείς με μία αυτοάνοση νόσο έχουν αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν ή/και να εμφανίζουν παράλληλα άλλη αυτοάνοση πάθηση, όπως ρευματοειδή αρθρίτιδα, ψωρίαση, ερυθηματώδη λύκο κ.λπ.
Η Θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι μία νόσος που προκύπτει από τον συνδυασμό γενετικών παραγόντων με παράγοντες που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής και το περιβάλλον. Η διόρθωση ελλείψεων του οργανισμού σε βιταμίνες και άλλα στοιχεία, η αποκατάσταση του μεταβολισμού και η ρύθμιση του βάρους σε φυσιολογικά επίπεδα μπορούν να αλλάξουν ριζικά την πορεία της νόσου του Hashimoto προς το καλύτερο, και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής αυτών των ασθενών, καταλήγει η ειδικός.

Πηγή: 1. Ch’ng CL, Jones MK, Kingham JGC. Celiac disease and autoimmune thyroid disease. Clin Med Res. 2007;5(3):184-192 και Elfström P, Montgomery SM, Kämpe O, Ekbom A, Ludvigsson JF. Risk of thyroid disease in individuals with celiac disease. J Clin Endocrinol Metab. 2008;93(10):3915-3921

 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ