ΜΕΝΟΥ

ΑΡΘΡΑ ΣΕ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Πως μπορεί μία νέα κοπέλα να αντιληφτεί ότι πάσχει από το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών; Τα συμπτώματα δεν είναι πάντα ιδιαίτερα εμφανή και συχνά μπορεί να είναι παραπλανητικά. Ας δούμε την Μαρία. Στην εφηβεία παρουσίασε ελαφρά ακανόνιστο κύκλο (30-35 ημερών) και λιπαρό δέρμα, που επιδεινωνόταν με ακμή πριν την περίοδό της κάθε μήνα. Φαινομενικά, επρόκειτο για τα συνήθη συμπτώματα πολλών εφήβων κοριτσιών. Επισκέφτηκε τον δερματολόγο της, ο οποίος της χορήγησε μία φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση της ακμής. Σύντομα όμως, εμφάνισε ελαφρά τριχοφυΐα στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα να επισκεφτεί ένα ειδικό κέντρο για λέιζερ. Η τριχοφυΐα όμως επανερχόταν. Η Μαρία αντιμετώπιζε όλα τα παραπάνω συμπτώματα μεμονωμένα αλλά η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι και τα 25 της χρόνια, όπου και παντρεύτηκε. Όπως τα περισσότερα ζευγάρια, η Μαρία και ο άνδρας της αποφάσισαν να κάνουν ένα παιδί. Οι προσπάθειες τους όμως για τα επόμενα δύο χρόνια απέβησαν άκαρπες. Στην αρχή το απέδωσαν στο άγχος τους, αλλά στη συνέχεια αποφάσισαν να ζητήσουν την γνώμη ενός γυναικολόγου. Η Μαρία διαγνώστηκε με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, μετά από έναν απλό υπέρηχο και μία εξέταση αίματος. Κανένας από τους προηγούμενους γιατρούς που είχε επισκεφτεί δεν απέδωσε αυτά τα συμπτώματα σε πιθανή ύπαρξη πολυκυστικών ωοθηκών. Η Μαρία όμως είχε χάσει πολύτιμο χρόνο, χωρίς να γνωρίζει τα ακριβή αίτια της κατάστασης που την ταλαιπωρούσε.

Αν έχετε ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω συμπτώματα, είναι πιθανόν ότι πάσχετε από πολυκυστικές ωοθήκες:
Κύκλους με χρονική διάρκεια μεγαλύτερης των 30 ημερών και ελαφρά ακανόνιστους
Προβλήματα ωορρηξίας ή προβλήματα υπογονιμότητας
Αποβολές
Αύξηση του σωματικού βάρους, κυρίως στην κοιλιακή χώρα
Αυξημένη τριχοφυΐα, τριχόπτωση, λιπαρό δέρμα, ακμή
Ακόμη, εάν κάποιο μέλος της οικογένειάς σας πάσχει από υψηλή πίεση, σακχαρώδη διαβήτη, υπογονιμότητα, αποβολές ή παχυσαρκία, τότε, είναι πιθανόν να έχετε πολυκυστικές ωοθήκες.

Οι πολυκυστικές ωοθήκες μπορούν να διαγνωστούν με ένα υπερηχογράφημα και με ορμονικό προσδιορισμό συγκεκριμένων ορμονών μέσω μίας εξέτασης αίματος στην αρχή του κύκλου. Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν μέχρι σήμερα οι γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες, είναι ότι οι περισσότεροι γιατροί προσπαθούν να θεραπεύσουν ένα σύμπτωμα, π.χ. την ακμή, το λιπαρό δέρμα, την ανωορρηξία, κ.λ.π., και όχι την ίδια την ασθένεια.

Σε τι οφείλονται όμως οι πολυκυστικές ωοθήκες;
Οι πολυκυστικές ωοθήκες κληρονομούνται. Οι γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες, εκτός των προβληματικών συμπτωμάτων που παρουσιάζουν, εάν δεν ακολουθήσουν την κατάλληλη θεραπεία, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν υπέρταση, καρδιοπάθειες, σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ, καθώς επίσης και άλλες παθήσεις, που είναι άμεσα εξαρτώμενες από το ορμονικό τους σύστημα, όπως ινομυώματα, υπερπλασία του ενδομητρίου και ενδομητρίωση.

Τι μπορεί να γίνει;
Σήμερα, υπάρχει τρόπος θεραπείας για τις πολυκυστικές ωοθήκες, με φάρμακα ή χειρουργική επέμβαση. Για τις γυναίκες που προσπαθούν να επιτύχουν μία εγκυμοσύνη, η επίτευξή της, με ή χωρίς πρόκληση ωορρηξίας, είναι ότι χρειάζεται. Για τις γυναίκες που ταλαιπωρούνται από τα παραπάνω συμπτώματα, η ενδεδειγμένη θεραπεία θα αποφασιστεί μετά από την διεξαγωγή εργαστηριακών και αιματολογικών εξετάσεων.

13 ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΠΟΛΥΚΥΣΤΙΚΕΣ ΩΟΘΗΚΕΣ ΠΟΥ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΕΠΙΤΥΧΟΥΝ ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ

Οι πολυκυστικές ωοθήκες είναι η πιο κοινή αιτία υπογονιμότητας στις γυναίκες που δεν κάνουν ωορρηξία. Εάν μία γυναίκα νομίζει ότι έχει πολυκυστικές ωοθήκες, ή έχει ακανόνιστους κύκλους περιόδου, συνιστάται να μην περιμένει π.χ. 1 χρόνο, για να αποδειχθεί ότι πάσχει από υπογονιμότητα. Ας ζητήσει βοήθεια συντομότερα.
Οι γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες πρέπει να συζητήσουν με το γιατρό τους, πριν επιχειρήσουν μία εγκυμοσύνη, σχετικά με τα διάφορα ιατρικά προβλήματα, τα οποία είναι συνυφασμένα με τις πολυκυστικές ωοθήκες, έτσι ώστε να μεγιστοποιήσουν τις πιθανότητές τους για μία φυσιολογική και χωρίς προβλήματα εγκυμοσύνη.
Εάν μία γυναίκα έχει σταματήσει το αντισυλληπτικό χάπι, μπορεί να προσπαθήσει για μία εγκυμοσύνη από τον πρώτο κιόλας μήνα.
Είναι σημαντικό για μία γυναίκα με πολυκυστικές ωοθήκες να διατηρεί ένα ιδανικό σωματικό βάρος. Όσο πιο αδύνατη είναι στην αρχή της εγκυμοσύνης, τόσο πιο εύκολη και υγιής θα είναι η ίδια και το έμβρυο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Εάν οι μηνιαίοι κύκλοι μίας γυναίκας διαρκούν περισσότερο από 35 ημέρες, ή δεν κάνει ωορρηξία, ή η ωορρηξία είναι τόσο καθυστερημένη όπου η ποιότητα των ωαρίων είναι, κατά πάσα πιθανότητα, χαμηλή και άρα ο κίνδυνος για μία αποβολή είναι μεγαλύτερος, θα χρειαστεί θεραπεία που θα διευκολύνει την εγκυμοσύνη. Η χρήση ταμπλετών κλομιφαίνης για παραπάνω από 3-6 μήνες, σπάνια είναι αποτελεσματική και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται.
Η θεραπεία με ενέσεις γοναδοτροφινών μπορεί να είναι απαραίτητη μετά από 3 – 6 κύκλους ατυχούς προσπάθειας για την επίτευξη μίας εγκυμοσύνης.
Ο κίνδυνος αποβολής είναι ελαφρά υψηλότερος σε γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες, ανεξαρτήτως εάν η εγκυμοσύνη έχει επιτευχθεί μετά από θεραπεία ή χωρίς. Ο κίνδυνος που διατρέχει μία γυναίκα για αποβολή είναι της τάξεως περίπου του 10-15% σε κάθε εγκυμοσύνη. Ο κίνδυνος που αυξάνεται ελαφρώς σε γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες έχει άμεση σχέση και με την ηλικία.
Η εξέταση σπέρματος δεν πρέπει να παραλείπεται αφού, ακόμα και όταν δεν υπάρχουν πολυκυστικές ωοθήκες, δεν αποκλείεται η παρουσία ενός άλλου προβλήματος από την πλευρά του συζύγου.
Πολλές φορές ο λόγος της υπογονιμότητας δεν είναι απολύτως γνωστός. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα, η υπογονιμότητα είναι πολύ - παραγοντική. Έτσι, μία κοπέλα, η οποία δεν έχει πολύ καλή ωορρηξία μπορεί να είναι κατά 60% γόνιμη. Εάν και ο σύντροφός της δεν έχει ιδιαίτερα γόνιμο σπέρμα, τότε ένα μικρό πρόβλημα, που τυχόν θα δημιουργηθεί, μπορεί να εξελιχθεί σε μεγαλύτερο. Εάν λάβουμε υπόψη και άλλα μικρά προβλήματα, όπως αυτό της έλλειψης τραχηλικής βλέννας ή συχνής επαφής, κ.λ.π., ένα ζευγάρι μπορεί να είναι υπογόνιμο χωρίς κάποιο σοβαρό λόγο.
Είναι αρκετά σύνηθες, η 2η –3η εγκυμοσύνη να επιτυγχάνεται χωρίς καμία θεραπεία σε γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες, παρά την ανάγκη θεραπείας για την επίτευξη της 1ης. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην ευεργετική επίδραση της 1ης εγκυμοσύνης στον ορμονικό μηχανισμό.
Η πρόκληση ωορρηξίας σε γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες ενέχει κινδύνους. Η κατάλληλη προετοιμασία των ωοθηκών πριν από την εξωσωματική θεραπεία είναι απαραίτητη για την αποφυγή του συνδρόμου υπερδιέργεσης των ωοθηκών. Ο ορμονικός έλεγχος και η υπερηχογραφική παρακολούθηση της ασθενούς, καθώς και η εμπειρία του ιατρού σε θέματα πολυκυστικών ωοθηκών, είναι απαραίτητα για μία καλή και ασφαλή έκβαση.
Οι γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες πρέπει να έχουν ελπίδα και να συνεχίζουν την προσπάθειά τους. Ο δρόμος μπορεί να είναι σκληρός, αλλά οι περισσότερες γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες, κατά 90%, θα μείνουν έγκυες, εκτός εάν υπάρχουν άλλοι πιο σοβαροί παράγοντες που συμβάλουν.

Συγγραφέας: Ευριπίδης Μαντούδης



Ενα χρόνιο φλεγμονώδες κι ενοχλητικό νόσημα.
Εισαγωγή
Πρόκειτα για χρόνιο νόσημα, που προσβάλλει δέρμα και βλεννογόνους. Χαρακτηρίζεται από στίλβουσες ιωδείς βλατίδες, από διαβρώσεις αλλά και από έλκη. Τα κύρια χαρακτηριστικά των βλατίδων είναι κυρίως το χρώμα (ιώδες) και το σχήμα (πολυγωνικό). Εμφανίζεται αιφνίδια σε ηλικία από 30 εεως 60 χρονών. Παρατηρείται μια υπεροχή στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες. Η αιτιολογία είναι άγνωστη αλλά εικάζεται η φλεγμονή αφορά το μοντέλο της κυτταρικής επιβραδυνόμενης αντίδρασης τύπου ΙV. Η πλειοψηφία των λεμφοκυττάρων στην φλεγμονώδη διήθηση είναι CD8+ και CDRO+ (κύτταρα μνήμης). Φάρμακα, μέταλλα (χρυσός, υδράργυρος),λοιμώξεις όπως η ηπατίτις C, ο ιός HCV, συμβάλλουν στην μεταβολή της κυτταρικής ανοσίας, κι επομένως είναι εκλυτικοί παράγοντες. Πιθανόν να συνδυάζεται ευπάθεια του συστήματος HLA-σχετικά σε κάποια άτομα γονίδια με προδιάθδεση.
Μέσα σε μερικές μέρες ή εβδομάδες εμφανίζε αιφνίδια το εξάνθημα. Οι πρωτογενείς βλάβες διαρκούν για μήνες ή χρόνια και συνοδεύονται με έντονο κνησμό. Το κύριο υποκειμενικό χαρακτηριστικό αυτού του νοσήματος είναι ο κνησμός, ο οποίος είναι βασανιστικός για τους περισσότερους ασθενείς. Η προσβολή των βλεννογόνων είναι ένας άλλος σημαντικός παράγων του νοσήματος, διότι οι βλάβες είναι πολύ επώδυνες.

Κατά την φυσική εξέταση παρατηρούνται οι βλατίδες μεγέθους από 1 – 10 mm, που καθορίζονται οξέως και έχουν γυαλιστερό χρώμα. Μερικές είναι ωοειδείς και άλλες είναι πολυγωνικές. Παίρνουν συνήθως δακτυλιοειδές σχήμα, αλλά μπορεί να έχουν ευθεία πορεία. Στο μαύρο δέρμα μπορεί να παρατηρηθούν μεταφλεγμονώδεις αλλοιώσεις που διαρκούν επι μακρόν. Οι θέσεις που συνήθως εμφανίζονται είναι οι εκτατικές επιφάνεις των καρπών, η οσφυική μοίρα, οι μηροί, το τριχωτό, το πέος και το στόμα.

Οι κλινικές εκδηλώσεις που παρατηρούνται ταξινομούνται σε διαφορετικές ομάδες ανάλογα με τις βλάβες που επικρατούν.
Υπερτροφικές βλάβες, χαρακτηρίζονται από μεγάλες και παχειές πλάκες, που ξεκινούν συνήθως στα κάτω άκρα (κνήμες και στους μηρούς.) Αυτή η κλινική εικόνα εμφανίζεται κυρίως στους μαύρους.
Θυλακικές βλάβες. Θυλακικές μεμονωμένες βλατίδες, που συρρέουν και σχηματίζουν πλάκες, εμφανίζονται συνήθως στο τριχωτό, οι οποίες χωρίς θεραπεία καταλήγουν σε ουλωτική αλωπεκία.
Φυσαλλιδώδεις βλάβες ή πομβολυγώδεις. Αναπτύσσονται μεμονομένες ή σχηματίζουν ομάδες, χαρακτηριστικό των οποίων είναι η ανατολή τους επι υγειούς δέρματος.Ο άμεσος ανοσοφθορισμός βοηθάει στη διάγνωση του πομφολυγώδους πεμφιγοειδούς, ενός νοσήματος με διαφορετική αιτιολογία και θεραπευτική αντιμετώπιση.
Ο ακτινικός βλατιδώδης λειχήν εμφανίζεται σε ηλιο-εκτεθειμένες περιοχές, ιδίως στις ράχες των άνω άκρων και των αντιβραχίων.
Ελκη, εμφανίζονται στους βλεννογόνους και στο δέρμα κι είναι δυσίατα, ιδίως αν εμφανίζονται εμφανίζονται ελκώδεις βλάβες στα πέλματα.
Βλάβες στους βλεννογόνους. Ενα ποσοστό 40-60% των ατόμων με βλάβες ομαλού λειχήνα είναι βέβαιο οτι θα παρουσιάσει βλάβες στο στόμα και στον φάρυγγα.
Αλλες κλινικές εικόνες
Α) Δικτυωτές βλάβες. Μοιάζουν με δίκτυο μέσα στο βλεννογόνο και δίνουν την εντύπωση φτέρης ή δαντέλας. Οι άσπρες γραμμωτές βλάβες προσβάλλουν το στοματιό βλεννογόνο των παρειών, τα χείλια, την γλώσσα, τα ούλα.
Β) Διαβρωτικές ή ελωτικές βλάβες. Είνα χαρακτηριστικές και πολύ επώδυνες. Εμφανίζονται κυρίως στο στοματικό βλεννογόνο και στα ούλα. Πολλές φορές αυτή η κατάσταση είναι αφόρητη για τον ασθενή και ένας από τους λόγους που οδηγηθήκαμε σε αυτή την μελέτη ήταν κι αυτός.
Γ) Βλάβες γεννητικών οργάνων. Εχουν την μορφή βλατίδων, δακτυλιδιού ή έλκους. Προσβάλλουν κυρίως το πέος, το όσχεο, τα μικρά και μεγάλα χείλη του αιδείου αλλά κα τον κόλπο.
Δ)Βλάβες στα νύχια και στις τρίχες. Στο τριχωτό, όπως προαναφέρθηκε, είναι δυνατόν το νόσημα να οδηγήσει σε ουλωτικές μη θεραπεύστιμες αλωπεκίες. Στα νύχια η καταστροφή είναι ολοσχερής, διότι καταστρέφεται η κοίτη των νυχιών με αποτέλεσμα να εμφανίζονται κατακόρυφες άσπρες γραμμές. Είναι πιθανό όμως να έχουμε έντονες υπερκερατώσεις με αποτέλεσμα την πλήρη παραμόρφωση των νυχιών.

Εργαστηριακές εξετάσεις. Να τονισθεί οτι η κλινική διάγνωση του νοσήματος είναι καθοριστική και σπάνια οι κλινικοί γιατροί οδηγούνται σε έρευνα ιστολογικής εξέτασης, ωστόσο είναι ωφέλιμο να αναφερθούν τα σημαντικότερα σημεία της ιστολογικής εικόνας. Η φλεγμονώδης διήθηση στο δέρμα έχει ταινιοειδή διάταξη και παρατηρείται κατά μήκος του δερμο-επιδερμιδικού ορίου. Ενα άλλο σημαντικό σημείο είναι η υδρωπική εκφύλιση των βασικοκκυτάρων της επιδερμίδας. Εδώ, η ιστολογική εξέταση πρέπει να γίνει από ένα άλλο αυτοάντοσο νόσημα, τον δισκοειδή ερυθηματώδη λύκο. Υπάρχουν όμως αρκετές διαφορές και είναι μεγάλη η συμβολή της ανοσο-ιστοχημείας. Επίσης, ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κολοειδή σωμάτια, τα οποία είναι κατεστραμμένα κετατινοκύτταρα μέσα στην επιδερμίδα.
Ο βιοχημικός κι ο αιματολογικός έλεγχος δεν βοηθάει στην διάγνωση του νοσήματος.
Η πορεία του νοσήματος συνήθως έχει χρόνια διάρκεια και επιμένει για μήνεςή ακόμα και για χρόνια. Να τονισθεί οτι οι υπερτροφικές βλάβες στα άκρα και οι διαβρωτικές- ελκώδεις στο στόμα επιμένουν ακόμα και για δεκαετίες. Η επίπτωση του ακανθοκυτταρικόυ καρκίνου στο στόμα μπορεί να φτάσει το 5%.

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ

ΤΟΠΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Γλυκοκορτικοστεροειδή. Τοπικά σκευάσματα με αυτές τις δραστικές ουσίες είναι η ρουτίνα στη θεραπεία του λειχήνα του δέρματος. Ορισμένοι χρησιμοποιούν την κλειστή περίδεση. Ενδοβλαβικές εγχύσεις είναι χρήσιμες στο λειχήνα του τριχωτού αλλά και στο στοματικό λειχήνα.

Διαλύματα κυκλοσπορίνης.

Διαλύματα και κρέμες Tacrolimus , Picrolimus.
Δίνονται δοκιμαστικά αλλά με πολύ καλά αποτελέσματα.

ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Γλυκοκορτικοειδή. Πρεδνοζολόνη από του στόματος είναι αποτελεσματική για άτομα με έντονο κνησμό, με ελκώδεις επώδυνες βλάβες στο στόμα, με δυσφαγία ή έντονο αντι-αισθητικό πρόβλημα από το δέρμα. Συνιστάται μια δόση των 70 mg αρχικά η οποία μειώνεται σταδιακά.

Συστηματική χορήγηση ρετινοειδών. ( Acitretin ) Δίνεται 1mg/kg είναι χρήσιμο στον έλεγχο του στοματικού λειχήνα και σε υπερτροφικές βλάβες. Ωστόσο, δίνεται παράλληλη αγωγή με κορτικοστεροειδή.

PUVA
Προτείνεται αυτή η θεραπεία σε γενικευμένες μορφές η σε σοβαρές περιπτώσεις που ανθίστανται στην τοπική θεραπεία.

Αλλα φάρμακα
Mycophenolate mofetil, heparin ανάλογα ( enoxaparin) σε μικρέ δόσεις έχουν δράση κατά του πολ/σμού των κυττάρων και είναι ανοσορυθμιστικά.

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Αξιολόγηση θεραπευτικής γραμμής στον Ο. Λ.

Πρώτη Γραμμή
Τοπικά κορτικοστεροειδή
Ασφαλή και αποτελεσματικά. Χαμηλό κόστος.

Τοπικά ρετινοειδή
Δρουν σε συνδυασμό με κορτικοστεροειδή.

Δεύτερη Γραμμή
Ασιτρετίνη
Χορηγείται σε ανθεκτικές περιπτώσεις.

Δαψόνη,
Υδροξυχλωροκίνη
Μόνο σε μελέτες.
Αποτελεσματική σε συνδυασμό με τοπική θεραπεία. Χορηγείται για μήνες.

Ανοσοκατασταλτικά
Κορτικοστεροειδή από το στόμα.
Αζαθειοπρίνη αντι των κορτικοστεροειδών.
Κυκλοσπορίνη όπως και τα κορτικοστεροειδή, αλλά είναι ακριβή.

Ερευνητικά
Φωτοθεραπεία PUVA

ηπαρίνη

Η Κυκλοσπορίνη στη θεραπευτική στρατηγική του ομαλόυ λειχήνα.

Εισαγωγή. Ο δερματικός ομαλός λειχήνας με συνοδές στοματικές βλάβες απαντάται στο 30% με 70% των νοσούντων ενώ ο στοματικός ομαλός λειχήν μπορεί να ευρεθεί μόνος στο 15-35 % των περιστατικών. Μολονότι περί το 65% των ασθενών με δερματικό λειχήνα περνούν σε αυτόματη ύφεση μετά την πάροδο ενός έτους, τέτοιες υφέσεις είναι εξαιρετικά σπάνιες και δεν ξεπερνούν το 3% των περιπτώσεων. Πρόσφατα διατυπώθηκε η υπόθεση οτι η η τοπική χρήση της κυκλοσπορίνης μπορεί να βελτίωσει τις βλάβες του στοματικού λειχήνα.
Ο Στόχος μας ήαν να εκτιμήσουμε αν το στοματικό διάλυαμμα βοηθεία στην στρατηγική της θεραπείας του στοματικού λειχήνα.

Ασθενείς και μεθοδολογία. 11 ασθενείς με στοματικές βλάβες εξετάσθηκαν στο Ε Ι του Νοσοκομείου Ευαγγελισμός. 3 από αυτούς ήταν άνδρες με μέση ηλικία τα 42 έτη. Οι υπόλοιπες ήταν γυναίκες και συμφωνούμε με ταδιεθνή πρότυπα της επιδημιολογίας. Ολοι οι ασθενείς έλαβαν οδηγίες να ξεπλένουν το στόμα τους με 5 ml πόσιμου διαλύματος κυκλοσπορίνης (100mg/ml), 2 φορές ημερησίως. Οι ασθενείς μετά την έκπλυση, όφειλαν να πτύουν το απόπλυμα. Κλινική εκτίμηση λάμβανε χώρα πριν την εφαρμογή της θεραπείας και εβομαδιαίως μετά από την έναρξη.

Αποτελέσματα. Τα συμπτώματα και οι στοματικές βλάβες οι οποίες ήταν διαβρωτικές και ελκωτικές ελαττώθηκαν μετά από ένα μήνα θεραπείας, με πλήρη υποχώρηση μετά από τρεις μήνες θεραπεία. 5 από τους 11 ασθενείς εμφάνισαν σημεία έξαρσης μέσα στον επόμενο χρόνο. Ωστόσο οι βλάβες ήταν ηπιότερες και υποφερτές, χωρίς να δείχνουν έντονο πόνο.
Επειδή η θεραπεία του στοματικού λειχήνα είναι δύσκολη και πολλά από τα συνιστώμενα φάρμακα είναι δεν βοηθούν, θεωρούμε οτι το πόσιμο διάλυμα της κυκλοσπρίνης μπορεί να επφέρει οφέλη στην αντιμετώπιση του στοματικού λειχήνα.

Η εργασία δημοσιεύθηκε στο δερματολογικό περιοδικό «εν χρω»
Συγγραφέας: Χρήστος Ναούμ





Οι Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδεις Νόσοι του Εντέρου (ΙΦΝΕ), δηλαδή η Eλκώδης Kολίτις και η νόσος του Crohn είναι νοσήματα που προκαλούν μια χρόνια και ειδική φλεγμονή μόνο στο παχύ έντερο η πρώτη και σ’ ολόκληρο το πεπτικό σύστημα η δεύτερη.

ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Η επίπτωση των ΙΦΝΕ δηλαδή ο αριθμός ατόμων που θα εμφανίσουν τη νόσο σε διάστημα π.χ. ενός έτους και η επικράτηση, δηλαδή ο συνολικός αριθμός των ατόμων που νοσούν σε δεδομένη στιγμή, στις βιομηχανοποιημένες χώρες της Δύσης είναι για μεν την ελκώδη κολίτιδα 2-6 περιπτώσεις ανά 100,000 πληθυσμού και 60-100 περιπτώσεις ανά 100,000 πληθυσμού αντιστοίχως, ενώ για τη νόσο του Crohn 5/100,000 και 50/100000 πληθυσμού αντιστοίχως. Στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι πλέον του ενός εκατομμυρίου ατόμων πάσχουν από ελκώδη κολίτιδα ή νόσο του Crohn. Οι αριθμοί αυτοί είναι σημαντικά χαμηλότεροι στις αναπτυσσόμενες και υποανάπτυκτες χώρες. Στη χώρα μας δεν υπάρχουν στοιχεία που να αφορούν στο σύνολο του πληθυσμού, δεδομένα όμως από την Ήπειρο και την Κρήτη δείχνουν μικρότερη για την ελκώδη κολίτιδα και ίση για τη νόσο του Crohn επίπτωση και επικράτηση με τις ανεπτυγμένες χώρες της Δύσης.

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΠΟΥ ΤΙΣ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ ;

Η ακριβής αιτιολογία των δύο αυτών νόσων παραμένει άγνωστη. Η κρατούσα πάντως άποψη είναι η χρόνια φλεγμονή συνδέεται με μια πολύπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ γενετικής προδιαθέσεως και αρκετών παραγόντων του περιβάλλοντος. Προσφάτως, βρέθηκαν αρκετές θέσεις στο ανθρώπινο γονιδίωμα (χρωμοσώματα) που προδιαθέτουν στην εμφάνιση των νόσων, αλλά που μόνα τους δεν είναι δυνατόν να τις προκαλέσουν. Γι’ αυτό χρειάζεται και η επίδραση διαφόρων παραγόντων όπως ιοί ή βακτήρια, ο καπνός, η λήψη αντιρρευματικών φαρμάκων, η προσθήκη συντηρητικών στις τροφές, η αλλαγή στις διαιτητικές συνήθειες, ενδεχομένως το stress και η μείωση, για άγνωστους λόγους, του αμυντικού συστήματος του οργανισμού. Ο ρόλος των ψυχολογικών παραγόντων είναι αμφίβολος αλλά πιθανότατα είναι ένας παράγων για την οξεία υποτροπή εγκατεστημένης νόσου.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ

Μολονότι τα περισσότερα συμπτώματα είναι κοινά στις δύο νόσους υπάρχουν βασικές διαφορές στην βαρύτητα και την ποικιλία της εμφάνισης τους, πράγμα που οφείλεται στη διαφορετική έκταση και την τοπογραφία της προσβολής του πεπτικού συστήματος.

Η ελκώδης κολίτις προσβάλλει τον βλεννογόνο του παχέος εντέρου σε άλλοτε άλλη έκταση. Στους μισούς περίπου αρρώστους εντοπίζεται στην ορθοσιγμοειδική περιοχή, στο 30% εκτείνεται μέχρι την αριστερή κολική καμπή και στο υπόλοιπο 20% καταλαμβάνει και το εγκάρσιο ή ολόκληρο το παχύ έντερο. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η νόσος παραμένει εντοπισμένη στην έκταση της αρχικής προσβολής, όμως σε κάποια αναλογία επεκτείνεται κεντρικότερα με την πάροδο του χρόνου. Η πορεία της χαρακτηρίζεται από εξάρσεις που εναλλάσσονται με περιόδους υφέσεων. Μια άλλη μορφή της νόσου που ονομάζεται κεραυνοβόλος, χαρακτηρίζεται από βαριά κλινική εικόνα με υψηλό πυρετό. Οι άρρωστοι αυτοί μπορούν να καταλήξουν σε τοξικό μεγάκολο το οποίο χαρακτηρίζεται από διάταση τμήματος ή ολόκληρου του παχέος εντέρου λόγω επεκτάσεως της φλεγμονής σε όλο το πάχος του τοιχώματος του εντέρου και έχουν άμεση ανάγκη εισαγωγής σε νοσοκομείο.

Η νόσος Crohn σε αντίθεση με την ελκώδη κολίτιδα που εντοπίζεται μόνο στο παχύ έντερο μπορεί να προσβάλλει ολόκληρο τον πεπτικό σωλήνα από το στόμα μέχρι τον πρωκτό. Οι τρεις κύριες ανατομικές θέσεις εντοπίσεως της νόσου αφορούν στο λεπτό έντερο(30%), στο λεπτό και παχύ έντερο συγχρόνως (30-40%) και τέλος το παχύ έντερο μόνο (20-30%). Ένα άλλο σημαντικό γνώρισμα της νόσου είναι το βάθος διηθήσεως της φλεγμονώδους διεργασίας στο εντερικό τοίχωμα. Η νόσος του Crohn σε αντίθεση με την ελκώδη κολίτιδα που προσβάλλει μόνο τον βλεννογόνο, εκτείνεται σε όλες τις στιβάδες του εντερικού τοιχώματος. Η ποικιλία των κλινικών εκδηλώσεων της νόσου είναι πολύ μεγάλη. Και στις δύο νόσους εμφανίζονται γενικά συμπτώματα όπως κόπωση, καταβολή, ανορεξία και μερικές φορές πυρετός. Τα συμπτώματα από το έντερο περιλαμβάνουν βλεννοαιματηρές (συνήθως διαρροϊκές) κενώσεις, που μπορούν να συνοδεύονται από τεινεσμό (επίμονη και επαναλαμβανόμενη τάση για αφόδευση), κολικοειδή κοιλιακό πόνο. Κάποιοι εμφανίζουν ναυτία ή κάνουν εμετό. Πολλοί ασθενείς εμφανίζουν συμπτώματα από άλλα όργανα του σώματος όπως άφθες (μικρές λευκές πληγές) του στόματος, αρθρίτιδα (διόγκωση και πόνος στις αρθρώσεις), ερύθημα και γαγγραινώδες πυόδερμα (προσβολή του δέρματος), ιριδοκυκλίτιδα (φλεγμονή των οφθαλμών), ηπατοπάθεια (προσβολή του ήπατος), οστεοπόρωση (προσβολή των οστών) και κυψελιδίτιδα ή ίνωση (προσβολή των πνευμόνων). Υπάρχουν και συμπτώματα που οφείλονται στις επιπλοκές των δύο νόσων. Η χαμηλή απορροφητικότητα βιταμινών και ιχνοστοιχείων οδηγεί σε δυσχέρεια της νυχτερινής όρασης, κώφωση, αγευσία, ευαισθησία στις λοιμώξεις, τριχόπτωση, στειρότητα (στους άνδρες), απώλεια διάθεσης για sex (και στα δύο φύλα) μείωση ανάπτυξης (στα παιδιά), αναιμία (απώλεια σιδήρου ή δυσαπορρόφηση στη Β12 ή στο φυλλικό οξύ), δερματοπάθειες, χολολιθίαση (δυσαπορρόφηση Χολικών αλάτων) και νεφρολιθίαση (δυσαπορρόφηση οξαλικού οξέως).

Η ελκώδης κολίτις, η οποία προσβάλει μόνο το παχύ έντερο, στην οξεία φάση χαρακτηρίζεται από τοπικές βλεννοαιματηρές διάρροιες των οποίων η βαρύτητα εξαρτάται από την σοβαρότητα της νόσου αλλά και από την έκτασή της. Εάν ολόκληρο το παχύ έντερο είναι προσβεβλημένο η διάρροια μπορεί να είναι πολύ σοβαρή. Εάν πάσχουν μόνο τα τελικά τμήματα (σιγμοειδές και το ορθό) τα κόπρανα μπορεί να είναι πιο σχηματισμέ- να και να έχουν πρόσμιξη αίματος ή βλέννης. Σε περιπτώσεις όπου μικρό τμήμα του εντέρου πάσχει (ορθίτις ή πρωκτίτις) τα γενικά συμπτώματα λείπουν εντελώς.

Η νόσος του Crohn στην αρχική της φάση μπορεί να εμφανιστεί με λίγα συμπτώματα και, σε περιπτώσεις όπου δεν πάσχει το παχύ έντερο ή το τελικό τμήμα του λεπτού (ειλεός) μπορεί να μην έχει ούτε διάρροια. Σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζεται με άτυπο κοιλιακό πόνο που υποδύεται σκωληκοειδίτιδα.

Χρόνιος φλεγμονώδης τύπος Αποτελεί την πλέον συχνή κλινική παρουσία της νόσου και επικρατεί κυρίως στους αρρώστους με ειλεϊτιδα ή ειλεοκολίτιδα. Οι ασθενείς περιγράφουν την ύπαρξη χαμηλού πυρετού, κακουχίας, απώλειας βάρους και αδυναμίας. Αναφέρουν επίσης διάρροια. Μπορεί να υπάρχουν κοιλιακά άλγη.

Αποφρακτικός τύπος Η στένωση του αυλού του εντέρου εμφανίζεται ως αποτέλεσμα της φλεγμονώδους διεργασίας, σπασμού η στενώσεως. Οι άρρωστοι περιγράφουν κωλικοειδή κοιλιακά άλγη, μετεωρισμό κοιλίας (φούσκωμα) και βορβορυγμούς.

Συριγγώδης τύπος Σε αξιοσημείωτη αναλογία των ασθενών αναπτύσσονται συρίγγια δηλαδή οδοί επικοινωνίας, μεταξύ εντερικών ελίκων (εντεροεντερικά), άλλων σπλάγχνων (εντεροσπλαγχνικά) ή μεταξύ εντέρου και δέρματος (εντεροδερματικά). Συρίγγια μεταξύ λεπτού και παχέος εντέρου έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση διάρροιας, απώλειας βάρους και εκδηλώσεις δυσαπορρόφησης. Συρίγγια προς την ουροδόχο κύστη ή τον κόλπο προκαλούν αντίστοιχες λοιμώξεις, ενώ εντεροδερματικά συρίγγια εκδηλώνονται κυρίως στις θέσεις των ουλών προηγούμενων χειρουργικών επεμβάσεων για την νόσο.

Περιπρωκτική νόσος Περίπου 20-30% των ασθενών με προσβολή του λεπτού ή παχέος εντέρου θα αναπτύξει περιπρωκτική νόσο που εκδηλώνεται με πρωκτικές σχισμές, συρίγγια ή αποστήματα.

ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ

Το ιστορικό και η λεπτομερής κλινική εξέταση συμπεριλαμβανομένης της δακτυλικής εξέτασης του ορθού είναι απαραίτητα στοιχεία για τεκμηρίωση της σωστής διαγνώσεως. Οι κυριότερες αιματολογικές εξετάσεις περιλαμβάνουν τον προσδιορισμό αιματοκρίτη, της αιμοσφαιρίνης, του αριθμού των λευκών αιμοσφαιρίων και λευκοκυτταρικού τύπου, των αιμοπεταλίων, του σιδήρου, της βιταμίνης Β12, του φυλλικού οξέος, της ΤΚΕ, των πρωτεϊνών οξείας φάσεως (CRP και α1 όξινης γλυκοπρωτεϊνης), και τέλος της αλβουμίνης και των ηλεκτρολυτώντου ορού. Κάθε μία από αυτές τις εξετάσεις δίνει πληροφορίες για ορισμένες κλινικές παραμέτρους. Θα πρέπει να γίνονται καλλιέργειες και παρασιτολογικές εξετάσεις κοπράνων. Η ακτινολογική διάβαση του λεπτού και παχέος εντέρου θα παράσχει σημαντικές πληροφορίες για την εντόπιση και την έκταση της νόσου καθώς και για την ύπαρξη επιπλοκών (συριγγίων, στενώσεων κλπ). Οι νεώτερες απεικονιστικές εξετάσεις (διαδερμικό υπερηχογράφημα κοιλίας, αξονική και μαγνητική τομογραφία κοιλίας, σπινθηρογραφικός έλεγχος, ανιούσα ενδοσκοπική χολαγγειογραφία, ή σπινθηρογράφημα με ραδιενεργώς σεσημασμένα λευκοκύτταρα του ασθενούς) θα δώσουν επίσης πληροφορίες για τυχόν ύπαρξη αποστημάτων συριγγίων, επιπλοκών από τα χοληφόρα κλπ. Νεώτερη ακτινολογική μέθοδος είναι η αξονική και η μαγνητική τομογραφία. Πρόσφατα η ανάπτυξη της ενδοσκόπησης με capsula μπορεί να δώσει πολύ χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με την προσβολή του λεπτού εντέρου. Η ενδοσκόπηση του παχέος εντέρου και σε ορισμένες περιπτώσεις του τελικού ειλεού, καθώς και η γαστροσκόπηση, θα παράσχουν σημαντικές διαγνωστικές πληροφορίες για την ακριβή εντόπιση της νόσου. Η ενδοσκόπηση του παχέος εντέρου (κολονοσκόπηση) αποτελεί σημαντική μέθοδο κατάδειξης προσβολής του παχέος εντέρου. Τέλος η δυνατότητα λήψεως βιοψιών του βλεννογόνου μέσω του ενδοσκοπίου αποτελούν σημαντικά πλεονεκτήματα της ενδοσκόπησης. Τα τυπικά ενδοσκοπικά ευρήματα περιλαμβάνουν αφθώδη, αστεροειδή ή γραμμοειδή έλκη, στενώσεις και τμηματική προσβολή του εντέρου. Η ενδοσκόπηση σε περιπτώσεις χειρουργημένων ασθενών μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατάδειξη υποτροπής στην περιοχή της αναστόμωσης. Η ορθοσκόπηση (εξέταση των πρώτων 20 – 25 cm του παχέος εντέρου μπορεί να δώσει πολύ χρήσιμες πληροφορίες (ιδιαίτερα στην ελκώδη κολίτιδα) για μια πρώτη εντύπωση για τη διάγνωση και τη σοβαρότητα της νόσου. Το ποιες, πόσες και με ποια σειρά εξετάσεις θα γίνουν εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες που θα κρίνει ο γιατρός σας. Εκείνος επίσης θα κρίνει πόσο συχνά θα πρέπει να σας βλέπει και πότε πρέπει να επαναλάβει μερικές απαραίτητες εξετάσεις. Η σχέση εμπιστοσύνης που πρέπει να αναπτυχθεί μεταξύ του ασθενούς και του γιατρού είναι απαραίτητη για την σωστή έκβαση της αρρώστιας σας. Θα πρέπει να καταλάβετε ότι τόσο η ελκώδης κολίτιδα όσο και η νόσος του Crohn είναι χρόνιες ασθένειες και χρειάζεται προσεκτική και συνεχή παρακολούθηση σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού σας. Ακόμη και αν είστε τελείως ελεύθεροι συμπτωμάτων θα πρέπει να επισκέπτεστε το γιατρό σας τουλάχιστον μία φορά το εξάμηνο.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Οι ασθενείς που πάσχουν από ελκώδη κολίτιδα και νόσο του Crohn θα πρέπει να γνωρίζουν ότι θα τους συνοδεύουν για όλη τη ζωή τους. Η σοβαρότητα και η εξέλιξη της νόσου όμως, διαφέρει σημαντικά από άρρωστο σε άρρωστο. Μερικοί ασθενείς εμφανίζουν πολύ ήπια νόσο με αραιές εξάρσεις ενώ άλλοι υποφέρουν από πολύ σοβαρά και συχνά επεισόδια μερικά από τα οποία χρειάζονται νοσοκομειακή αντιμετώπιση ή και χειρουργική. Δυστυχώς δεν μπορούμε να προδιαγράψουμε το μέλλον καθενός αρρώστου ξεχωριστά μολονότι είναι γνωστό ότι περίπου οι μισοί άρρωστοι διάγουν τόσο ήπια νόσο που δεν θα χρειαστούν ούτε μια φορά να πάρουν κορτικοειδή στη ζωή τους. Η συντηρητική θεραπευτική αντιμετώπιση της Ελκώδους κολίτιδας και της νόσου του Crohn επιτυγχάνεται α) με χορήγηση μιας ή συνδυασμού περισσοτέρων της μιας, φαρμακευτικών ουσιών, β) με συμπτωματική-φαρμακευτική- υποστήριξη γ) με ψυχιατρική υποστήριξη και τέλος, δ) με κατάλληλη από του στόματος ή παρεντερικά, διατροφική υποστήριξη. Η χειρουργική αντιμετώπιση των ασθενών με ΙΦΝΕ αφορά κυρίως στους ασθενείς εκείνους στους οποίους η έντονη συντηρητική αγωγή απέτυχε ή ασθενείς με σοβαρές επιπλοκές και σημεία οξείας κοιλίας (εντερική διάτρηση ή απόφραξη, τοξικό μεγάκολο κλπ). Τέλος ο καρκίνος του παχέος ή λεπτού εντέρου αποτελεί μία ακόμη ένδειξη χειρουργικής επεμβάσεως. Στη διάρκεια των τελευταίων ετών τονίζεται όλως ιδιαιτέρως ο ρόλος και η σημασία της ιατρικής ομάδος που αντιμετωπίζει τον ασθενή με ΙΦΝΕ δηλαδή του γαστρεντερολόγου, του χειρουργού (κατά προτίμηση χειρουργού του πεπτικού) και του ψυχιάτρου. Οι αποφάσεις για τους θεραπευτικούς χειρισμούς και (ακόμη περισσότερο) για τη διενέργεια χειρουργικής επέμβασης θα πρέπει να λαμβάνονται και με την σύμφωνη γνώμη του χειρουργού της ομάδος και μετά επαρκή επιστημονική τεκμηρίωση. Είναι αυτονόητο ότι ο ασθενής θα πρέπει πάντα να είναι ενήμερος και να υπάρχει η συγκατάθεσή του για τις θεραπευτικές παρεμβάσεις.

Φαρμακευτική θεραπεία

Η φαρμακευτική αντιμετώπιση των ασθενών με ελκώδη κολίτιδα και νόσο Crohn επιτυγχάνεται με την χρήση των ίδιων φαρμακευτικών παραγόντων, αν και τα δύο νοσήματα φαίνεται να αποτελούν διαφορετικές κλινικές οντότητες με πολλές ομοιότητες, αλλά και διαφορές μεταξύ τους. Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει τέσσερις μεγάλες κατηγορίες φαρμάκων: αντιφλεγμονώδη, ανοσοκατασταλτικά, αντιβιοτικά και φάρμακα της συμπτωματικής αντιμετώπισης. Τελευταία γίνεται μεγάλη προσπάθεια ανεύρεσης νέων φαρμακευτικών προϊόντων πολλά από τα οποία έχουν δοθεί ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία της ελκώδους κολίτιδος και της νόσου του Crohn σήμερα. 1) ΤΑ ΑΝΤΙΦΛΕΓΜΟΝΩΔΗ, Κορτικοστεροειδή, Σουλφασαλαζίνη , Ανάλογα σουλφασαλαζίνης 2) ΑΝΤΙΒΙΟΤΙΚΑ Tobramycin, Ciprofloxacin, Μετρονιδα ζόλη,Ορνιδαζόλη, 3) ΑΝΟΣΟΚΑΤΑΣΤΑΛΤΙΚΑ - ΑΝΟΣΟΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΑ Αζαθειοπρίνη, 6-μερκαπτοπουρίνη, κυκλοσπορίνη, infliximab (remicate) 4) ΦΑΡΜΑΚΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ Αντιδιαρροϊκά, σπασμολυτικά, αναλγητικά, κατασταλτικά του ΚΝΣ, χολεστυραμίνη (χορηγούνται με προσοχή). 5) ΑΛΛΑ (σε βάση ερευνητική)

Θεραπεία ελκώδους κολίτιδας

Με βάση διάφορες κλινικές και εργαστηριακές παραμέτρους η βαρύτητα της προσβολής χαρακτηρίζεται ως ήπια, μέτρια ή βαριά. Ο διαχωρισμός αυτός έχει μεγάλη σημασία αφού ο τρόπος θεραπείας και η δοσολογία των φαρμάκων καθορίζεται από την βαρύτητα της προσβολής. Οι άρρωστοι με ήπια μορφή της νόσου παρουσιάζουν διάρροια (κενώσεις λιγότερες από 5 το 24ωρο) με πρόσμιξη αίματος και βλέννας. Τα κόπρανα είναι φυσιολογικά ή ημισχηματισμένα. Υπάρχει τεινεσμός και κοιλιακά άλγη. Οι άρρωστοι με μέτριας βαρύτητας νόσο έχουν συχνές διαρροϊκές κενώσεις που είναι σχεδόν πάντα αιματηρές. Ο πόνος στην κοιλιά και η ευαισθησία υπάρχουν αλλά δεν είναι πολύ έντονοι. Η βαρειά προσβολή χαρακτηρίζεται από πολλές αιματηρές διαρροϊκές κενώσεις, αναιμία, πτώση της πιέσεως, απώλεια βάρους, διατροφικά ελλείμματα και κοιλιακό πόνο. Στους περισσότερους ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα η νόσος αντιμετωπίζεται με την χορήγηση φαρμάκων από του στόματος ή παρεντερικά για διάστημα μερικών εβδομάδων. Μετά την επίτευξη ύφεσης των συμπτωμάτων της νόσου ενδείκνυται η επ αόριστον (συνήθως εφ’όρου ζωής) χορήγηση μεσαλαζίνης (Salofalk, Asacol ) από του στόματος για την αποφυγή της υποτροπής της νόσου. Τα φάρμακα που συνήθως χρησιμοποιούνται είναι τα ακόλουθα : 1. Κορτιζόνη δηλαδή Πρεδνιζολόνη (Presolon) και μεθυλπρεδνιζολόνη (Medrol). Τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται στην οξεία φάση για τον έλεγχο της φλεγμονής. Χρησιμοποιούνται υπό μορφή δισκίων, υποκλυσμών ή ενδοφλέβιων ενέσεων. Οι βαριές προσβολές χρειάζονται νοσηλεία στο νοσοκομείο. Η κυκλοσπορίνη είναι ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται σε βαριές περιπτώσεις στις οποίες απέτυχε η χορήγηση κορτιζόνης. Υπάρχει ένα είδος κορτιζόνης (butezonide, budecol, budenofalk) το οποίο αδρανοποιείται ταχύτατα και επομένως έχει πολύ λιγότερες παρενέργειες σε σχέση με τα άλλα είδη κορτιζόνης. 2. Μεσαλαζίνη (Salofalk, Asacol) χορηγείται τόσο στην οξεία προσβολή, όσο και ως θεραπεία συντηρήσεως. Χορηγείται από του στόματος καθώς και υπό μορφή υποκλυσμών και υποθέτων. 3. Αζαθειοπρίνη. Χρησιμοποιείται σε ασθενείς με χρόνια ενεργό νόσο, που απαιτεί για την αντιμετώπισή της συνεχή χορήγηση κορτιζόνης για μακρό διάστημα.

Θεραπεία της νόσου του Crohn

Η νόσος του Crohn παρουσιάζει σημαντικές δυσχέρειες στον καθορισμό μιας συγκεκριμένης θεραπευτικής στρατηγικής λόγω του πολύπλοκου των κλινικών του εκδηλώσεων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα διαφορετική θεραπευτική προσέγγιση της ιδίας περιπτώσεως από διαφορετικούς ιατρούς, πράγμα που επαληθεύεται στην καθημερινή κλινική πράξη. Οι θεραπευτικές προσπάθειες αποβλέπουν κατά πρώτο λόγο στην συμπτωματική ανακούφιση του αρρώστου και κατά δεύτερο λόγο στην αποκατάσταση των διαταραγμένων εργαστηριακών εξετάσεων και την διατήρηση της ύφεσης.

Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη νόσο Crohn είναι: 1. Κορτιζόνη (presolon, Medrol) 2. Αζαθειοπρίνη 3. Μεσαλαζίνη (Salofalk, Asacol ) 4. Αντιβιοτικά (Flagyl, ciproxin, Betiral) για τον έλεγχο των λοιμώξεων 5. Infliximab (remicade) 6. Ειδικές (εντερικές) δίαιτες

Ποιες είναι οι παρενέργειες των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία ασθενών με ελκώδη κολίτιδα και νόσο του Crohn ;

Οι παρενέργειες των φαρμάκων είναι αρκετές και μερικές εξ αυτών επικίνδυνες. Οι ασθενείς θα πρέπει να είναι ενήμεροι για τους κινδύνους έτσι ώστε να λαμβάνονται τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα. Ενδεικτικά αναφέρονται 1. Μεσαλαζίνη, Σουλφασαλαζίνη (Salofalk, Asacol, Azulfidin) : Κεφαλαλγία, εξάνθημα δέρματος, ναυτία, αναιμία, νεφρική βλάβη 2. Αζαθειοπρίνη : πτώση αριθμού λευκών αιμοσφαιρίων, βλάβη ήπατος, βλάβη παγκρέατος 3. Κορτιζόνη : αύξηση της πίεσης του αίματος, οστεοπόρωση, αύξηση σακχάρου, λοιμώξεις, μείωση μυικής μάζης, αναστολή ανάπτυξης στα παιδιά, καταρράκτης κλπ Διατροφική υποστήριξη ασθενών με νόσο Crohn και ελκώδη κολίτιδα α) ενδείξεις διατροφικής υποστήριξης Υπάρχουν τρεις μείζονες ενδείξεις για την έναρξη εφαρμογής διατροφικής υποστήριξης των ασθενών με ΙΦΝΕ. Η πρώτη αφορά στην βελτίωση της διατροφικής κατάστασης ή της αποτροπής εμφάνισής της σε οποιονδήποτε ασθενή, στον οποίο η δραστηριότητα της νόσου αποκλείει την επαρκή πρόσληψη των απαιτουμένων καθημερινώς διατροφικών ουσιών. Η δεύτερη αφορά σε ασθενείς στους οποίους η διατροφική φροντίδα εφαρμόζεται ως πρωτογενής θεραπεία σε συνδυασμό ή όχι με φάρμακα, καθώς και σε ασθενείς στους οποίους έχει προγραμματιστεί χειρουργική επέμβαση για διαφόρους λόγους. Η τρίτη τέλος ένδειξη αφορά σε ασθενείς οι οποίοι χρειάζονται μακρά θεραπεία με ολική παρεντερική θρέψη, λόγω εκτεταμένης προσβολής του εντέρου ή λόγω συνδρόμου βραχέος εντέρου μετά επανειλημμένες χειρουργικές επεμβάσεις. β) Γενικές διαιτητικές οδηγίες Δεν υπάρχουν ειδικές διαιτητικές οδηγίες που να μπορούν να συσταθούν στους ασθενείς με ελκώδη κολίτιδα και νόσο Crohn. Όμως ορισμένες τροφές (όπως πχ σπόροι, αμαγείρευτα λαχανικά, φρούτα κλπ), οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν εντερική απόφραξη εφ όσον υπάρχουν εκτεταμένες στενώσεις του εντέρου, θα πρέπει να αποφεύγονται Επίσης διάφορα δισκία τα οποία ενδέχεται να μη προλάβουν να διαλυθούν στο έντερο, μπορεί να ενσφηνωθούν σε εστενωμένα του τμήματα. Γενικώς οι άρρωστοι με νόσο Crohn θα πρέπει να σιτίζονται με τροφές επαρκείς σε θρεπτικά στοιχεία χωρίς να απαγορεύονται αυτές που έχουν φυτική προέλευση αρκεί να είναι καλά μαγειρευμένες. Η σύσταση για αποφυγή του γάλακτος στις ΙΦΝΕ αν και δεν στηρίζεται σε επαρκή επιστημονικά δεδομένα, εν τούτοις για τις συνθήκες της ελληνικής πραγματικότητας με το υψηλό ποσοστό υπολακτασίας φαίνεται λογική, τουλάχιστον στις εξάρσεις της νόσου. Στα μεσοδιαστήματα οι άρρωστοι χωρίς επιπλοκές θα πρέπει να σιτίζονται κανονικώς.

ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ

Στην ελκώδη κολίτιδα η χειρουργική επέμβαση επιφυλάσσεται α) Σε τοξικό μεγάκολο, δηλαδή σε οξεία προσβολή που δεν αντιμετωπίζεται με συντηρητικά μέσα και κινδυνεύει άμεσα η ζωή του ασθενούς. β) Σε χρόνια νόσο που δεν υφίεται με φαρμακευτική αγωγή ή χρειάζεται συνεχώς λήψη μεγάλων δόσεων κορτιζόνης γ) στην ανάπτυξη καρκίνου Σε όλες τις περιπτώσεις διενεργείται ολική κολεκτομή και ειλεοπρωκτική αναστόμωση. Αυτό σημαίνει ότι ενώνεται το λεπτό έντερο με τον πρωκτό. Οι περιπτώσεις όπου γίνεται μόνιμη ειλεοστομία (παρά φύση έδρα) είναι πλέον σπάνιες.

Στη νόσο του Crohn Στένωση, απόστημα, συρίγγιο και πρωκτική νόσος (ραγάδες). Όταν η εγχείρηση είναι αναπόφευκτη γενικός κανόνας για τον χειρουργό είναι να εξαιρεί όσο λιγότερο έντερο μπορεί.

ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ

Ο ρόλος της είναι αβέβαιος. Μολονότι είναι βέβαιο ότι οι ΙΦΝΕ δεν μπορούν να θεραπευτούν μόνο με ψυχοθεραπεία πολλοί ασθενείς βιώνουν πιο ήπιες εξάρσεις με ψυχολογική υποστήριξη (του ίδιου αλλά και του οικογενειακού περιβάλλοντος).

ΕΙΔΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Πρόγνωση. Οι πάσχοντες από ελκώδη κολίτιδα και νόσο του Crohn πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει πλήρης και δια βίου θεραπεία, έτσι θα συνυπάρχουν με τη νόσο τους για όλη τους τη ζωή. Παρ’ όλα αυτά οι περισσότεροι θα μπορέσουν να βιώσουν μια πλήρη και φυσιολογική ζωή σε όλες τις εκφάνσεις της (διατροφή, sex, εργασία, γάμος κλπ). Βασική σημασία έχει η σωστή και συνεχής παρακολούθηση της εξελίξεως και συμπεριφοράς της νόσου με τον θεράποντα ιατρό. Συρίγγια. Περίπου ένα τρίτο των αρρώστων που πάσχουν από νόσο του Crohn αναπτύσσουν συρίγγια, δηλαδή μια επικοινωνία μεταξύ του εντέρου με άλλο τμήμα του εντέρου ή με την ουροδόχο κύστη, τον κόλπο ή και το δέρμα. Τα πιο συχνά συρίγγια δημιουργούνται στη περιοχή γύρω από τον πρωκτό και είναι πολύ ενοχλητικά και δυσίατα. Η θεραπεία τους περιλαμβάνει αντιβιοτικά, κορτικοειδή ή ανοσοκατασταλτικούς παράγοντες. Σε επιλεγμένες περιπτώσεις η χειρουργική θεραπεία μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματική. Σε περιπτώσεις όπου το συρίγγιο αφορά δύο εντερικές έλικες η αφαίρεση του τμήματος του εντέρου που το δημιούργησε είναι πολύ δραστική θεραπεία.

Οστεοπόρωση. Περισσότεροι από μισοί ασθενείς με ΙΦΝΕ εμφανίζουν σημαντική απώλεια οστικής μάζας. Αυτό οφείλεται στην μη ικανοποιητική απορρόφηση θρεπτικών ουσιών από το πεπτικό σύστημα που πάσχει αλλά και από τη μακροχρόνια λήψη κορτιζόνης. Για τη μέτρηση της οστικής μάζας χρησιμοποιούνται ακτινολογικές μέθοδοι. Η θεραπεία περιλαμβάνει χορήγηση Βιταμίνης D, ασβεστίου ή διφωσφονικά.

ΙΦΝΕ στα παιδιά. Οι στατιστικές λένε ότι όλο και περισσότερα παιδιά προσβάλλονται από τις δύο νόσους, ιδιαίτερα από τη νόσο Crohn. Η θεραπεία είναι η ίδια όπως και στους ενήλικες αλλά η φθοροποιός επίδραση της νόσου είναι ποιο σοβαρή γιατί επηρεάζει την ανάπτυξη. Ειδική μέριμνα πρέπει να ληφθεί για τη θερμιδική κάλυψη των νέων ασθενών. Επίσης η ψυχολογική επίπτωση των προβλημάτων που συνοδεύουν τη νόσο στα παιδιά μπορεί να είναι μεγάλη, γι’ αυτό συνιστάται η βοήθεια και ενός παιδοψυχίατρου. Για την αντιμετώπιση παιδιών με ΙΦΝΕ πρέπει να υπάρχει στενή επικοινωνία μεταξύ του θεράποντος οικογενειακού ιατρού και εξειδικευμένου κέντρου.

SEX, ΓΑΜΟΣ, ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ

Ο ασθενής ενθαρρύνεται να ζει μια φυσιολογική σεξουαλική ζωή όταν βέβαια το επιθυμεί και το μπορεί. Είναι φυσικό στις περιόδους εξάρσεως της νόσου η libido να είναι μειωμένη στα δύο φύλα ενώ στις γυναίκες μπορεί να υπάρχει αναστολή της περιόδου. Πρόβλημα αποτελεί η ύπαρξη εντεροκολπικών συριγγίων. Στην περίπτώση αυτή η αντιμετώπιση πρέπει να είναι επείγουσα. Είναι γνωστό ότι οι ΙΦΝΕ συνοδεύονται από μια γενετική προδιάθεση, η οποία ωστόσο δεν είναι τόσο σημαντική ώστε να μην παντρεύεται κανείς ή να αποφεύγει να κάνει παιδιά. Απλά οι μέλλοντες γονείς πρέπει να ενημερώνονται πλήρως για τις πιθανότητες από τον θεράποντα ιατρό. Η πάσχουσα από ΙΦΝΕ γυναίκα μπορεί άνετα να κυοφορήσει και να περατώσει επιτυχώς την εγκυμοσύνη της. Η νόσος της δεν θα χειροτερέψει εξ αιτίας της κυήσεως είτε πάσχει από ελκώδη κολίτιδια είτε από Crohn. Εξαίρεση είναι οι γυναίκες που λαμβάνουν ανοσοκατασταλτικά (αζαθειοπρίνη κ.α.). Σ’ αυτές θα πρέπει να ενθαρρύνεται η λήψη αντισυλληπτικών. Φυσικά η σύλληψη θα πρέπει να γίνεται σε περιόδους που η νόσος δεν είναι ενεργός. Κατά τη διάρκεια της κυήσεως η συνεργασία γυναικολόγου με το γαστρεντερολόγο πρέπει να είναι στενή. Η σουλφασαλαζίνη και τα κορτικοειδή μπορούν να χορηγηθούν με ασφάλεια στη διάρκεια της κυήσεως στις συνιστώμενες θεραπευτικές δόσεις. Επομένως οποιαδήποτε υποτροπή της νόσου σε έγκυο γυναίκα μπορεί να αντιμετωπισθεί με τον συνήθη τρόπο. Η διακοπή της κύησης δεν αναμένεται να συντελέσει στην ύφεση της νόσου και δεν συνιστάται. Αν και η σουλαφασαλαζίνη διέρχεται στο μητρικό γάλα δεν υπάρχει λόγος διακοπής του θηλασμού, αφού ο κίνδυνος πυρηνικού ικτέρου στο βρέφος δεν υπερβαίνει τον αναμενόμενο. Για την μετρονιδαζόλη (Flagyl) δεν υπάρχουν δεδομένα που να υποστηρίζουν ότι είναι βλαπτική στο έμβρυο. Όπως όμως συμβαίνει με όλα τα φάρμακα καλό είναι να αποφεύγεται η χορήγησή τους στη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης. Η χορήγηση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων στη διάρκεια της κύησης δεν επιτρέπεται αφού έχουν δυνητικά τερατογόνο δράση, αν και σε σειρά μητέρων που έλαβαν αζαθειοπρίνη, η συχνότητα διαμαρτιών περί την διάπλαση του εμβρύου δεν διέφερε από την συχνότητα που παρατηρείται στον φυσιολογικό πληθυσμό.

Η ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΡΚΙΝΟΥ

Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου στο παχύ έντερο ότι εξαρτάται από την έκταση προσβολής του παχέος εντέρου (ολική ή εκτεταμένη κολίτιδα) και τη διάρκεια της νόσου (μεγαλύτερη από 10 χρόνια). Ανάλογες επομένως είναι και οι ενδείξεις κολεκτομής σε τέτοιους ασθενείς λαμβανομένων υπόψη βεβαίως και άλλων παραγόντων. Της εμφάνισης του καρκίνου προηγείται σε αρκετές περιπτώσεις η εμφάνιση επιθηλιακής δυσπλασίας του βλεννογόνου του παχέος εντέρου (προκαρκινική κατάσταση). Θα πρέπει πάντως να τονιστεί ότι αν και ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου στις περιπτώσεις ελκώδους κολίτιδας είναι υπαρκτός, εν τούτοις το απόλυτο μέγεθος του προβλήματος δεν είναι σημαντικό, δεδομένου ότι εκτεταμένη προσβολή του παχέος εντέρου παρατηρείται σε μικρό ποσοστό των ασθενών και επί πλέον μικρό ποσοστό των ασθενών με εκτεταμένη προσβολή και μακρά διάρκεια νόσου θα εμφανίσει καρκίνο. Όλοι οι ασθενείς που πάσχουν από εκτεταμένη ελκώδη κολίτιδα ή εκτεταμένη CROHN του παχέος εντέρου με διάρκεια μεγαλύτερη από 10 χρόνια θα πρέπει να κάνουν ολική κολονοσκόπηση κάθε δύο χρόνια.

ΣΤΟΜΙΑ ΚΑΙ ΝΕΟΛΗΚΥΘΟΣ

Η μόνιμη ειλεοτομία γίνεται πλέον πολύ σπάνια σε ασθενείς που χρειάζεται να κάνουν ολική κολεκτομή. Η συντριπτική πλειοψηφία κάνει τις επεμβάσεις ενώσεως του λεπτού εντέρου με τον πρωκτό με σχηματισμό τεχνητής ληκύθου. Η ύπαρξη στομίας, πάντως, επιτρέπει πλήρη φυσική δραστηριότητα συμπεριλαμβανομένου και του sex και της αθλήσεως αρκεί να υπάρξει σωστή ενημέρωση. Το ίδιο συμβαίνει και με το σχηματισμό νεοληκύθου. Με τις σωστές οδηγίες μπορεί κανείς να έχει φυσιολογικές ή σχεδόν φυσιολογικές κενώσεις.

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

Οι ασθενείς πρέπει να ενθαρρύνονται να έχουν φυσιολογικές δραστηριότητες αν και θα πρέπει να καθορίζουν μόνοι που φτάνουν τα όριά τους.

ΣΥΛΛΟΓΟΙ ΠΑΣΧΟΝΤΩΝ

Όπως τονίζεται από όλους τους ασχολούμενους με το θέμα η ελκώδης κολίτιδα και η νόσος του Crohn είναι ανίατα νοσήματα που διαρκούν δια βίου. Το γεγονός αυτό έχει σημαντικές ψυχολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις στους πάσχοντες. Σημαντική ψυχολογική, αλλά και ουσιαστική βοήθεια παρέχουν οι εθνικοί σύλλογοι πασχόντων. Ο θεράπων ιατρός θα πρέπει πάντα να ενθαρρύνει τους ασθενείς να καταστούν μέλη του αντίστοιχου εθνικού συλλόγου πασχόντων. Στη χώρα μας ιδρύθηκε προ οκταετίας ο Πανελλήνιος Σύλλογος Ατόμων με Ελκώδη Κολίτιδα και Νόσο του Crohn.

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΘΥΜΑΣΑΙ • Να ακολουθείς πιστά τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού σου και να τον επισκέπτεσαι τακτικά ακόμη και τις περιόδους που η νόσος σου είναι σε πλήρη ύφεση. Αν αισθανθείς κάτι ασυνήθιστο να τον επισκεφθείς αμέσως. • Μη κάνεις το γιατρό στον εαυτό σου προσθέτοντας φάρμακα και μην αυξάνεις ή μειώνεις τη δόση των φαρμάκων μόνος σου. • Μάθε να ξεχωρίζεις μόνος σου τα σημάδια έξαρσης της νόσου. Αλλαγές στη συχνότητα και τη σύνθεση των κενώσεων, βλενοαιματηρές κενώσεις, κοιλιακός πόνος, καταβολή, πυρετός, ανορεξία και απώλεια βάρους μπορεί να είναι συμπτώματα που συνηγορούν για έξαρση. Επίσης πόνοι στις αρθρώσεις, φλεγμονή των ματιών, εξανθήματα, οσφυαλγία και κολικοί νεφρών ή χοληφόρων. Επισκέψου αμέσως το γιατρό σου, μολονότι είναι πιθανό τα παραπάνω να μην οφείλονται σε ενεργοποίηση ΙΦΝΕ. • Να είσαι αισιόδοξος. Έχοντας ΙΦΝΕ μπορείς να ζήσεις μια απολύτως φυσιολογική ζωή, να ικανοποιείς τις επιθυμίες σου και να πετύχεις όλους στους στόχους σου.

Το κοινωφελές και μη κερδοσκοπικό Ελληνικό Ίδρυμα Γαστρεντερολογίας και Διατροφής (ΕΛ.Ι.ΓΑΣΤ.) δημιουργήθηκε με βασικό σκοπό την ενημέρωση του κοινού, για την κατανόηση της σημασίας των νοσημάτων του πεπτικού και της υγιεινής διατροφής. Ευνοεί τη διοργάνωση σεμιναρίων για τα θέματα αυτά, την παραγωγή σχετικών εντύπων και δημοσιεύσεων, την υποστήριξη ερευνητικών προγραμμάτων, τη διεξαγωγή επιδημιολογικών μελετών και τη χορήγηση υποτροφιών για εκπαιδευτικούς και ερευνητικούς σκοπούς. Όλα τα μέλη προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε εθελοντική βάση και δεν έχουν καμία οικονομική υποχρέωση. Η υλοποίηση των στόχων του ιδρύματος στηρίζεται αποκλειστικά σε χορηγίες και δωρεές οι οποίες, μολονότι ευπρόσδεκτες, είναι αυστηρά προαιρετικές.












Η ηπατίτιδα είναι μια λοίμωξη, δηλαδή φλεγμονή του ήπατος (συκωτιού). Και είναι σοβαρή επειδή αφορά το ήπαρ, που αποτελεί το «πολυπλοκότερο εργοστάσιο» του ανθρώπινου σώματος και ένα από τα ζωτικά όργανα μαζί με τα νεφρά και το πάγκρεας. Αποθηκεύει λιπαρά, σάκχαρα, βιταμίνες και άλλα διατροφικά στοιχεία απαραίτητα για τη σωστή λειτουργία του οργανισμού και βοηθά το σώμα να αποβάλλει τοξίνες και γενικά όλες τις βλαβερές ουσίες.


Oι κυριότερες αιτίες για την εμφάνιση της ηπατίτιδας είναι:
: Η πλειονότητα των κρουσμάτων ηπατίτιδας οφείλεται στους ιούς Α, B, C, D και E και κυρίως στους τρεις πρώτους. Ωστόσο, λοίμωξη στο συκώτι μπορεί να προκαλέσουν και άλλοι ιοί, όπως ο ιός της λοιμώδους μονοπυρήνωσης και ο μεγαλοκυτταροϊός. Όμως, αυτού του τύπου οι ηπατίτιδες είναι συνήθως ελαφριάς μορφής και αυτοϊάσιμες.
: Η κατάχρηση αλκοόλ ή η έκθεση σε βαρέα μέταλλα λόγω επαγγέλματος, π.χ. για όσους κατασκευάζουν μολύβδινες μπαταρίες.
: Υπάρχουν πολλές φαρμακευτικές ουσίες που μπορούν να βλάψουν το συκώτι. Γι’ αυτό και πρέπει να λαμβάνονται πάντα με τη σύμφωνη γνώμη των ειδικών, είτε υπάρχει είτε όχι πρόβλημα με το συκώτι.
: Όταν κάποιος πάσχει από ασθένειες όπως η σαλμονέλα, η σύφιλη, η βρουκέλωση, ο τυφοειδής ή ο μελιταίος πυρετός, η ελονοσία κλπ., σπάνια μπορεί να εμφανίσει και ηπατίτιδα ελαφριάς μορφής.
: Πρόκειται για την αυτοάνοση ηπατίτιδα. Το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στο συκώτι καταστρέφοντάς το. Oι μορφές της


Προκαλείται από όλους τους ιούς της ηπατίτιδας. Εκδηλώνεται λίγες εβδομάδες έως μήνες μετά την επίθεση του ιού στον οργανισμό. Ενδέχεται τα συμπτώματα να είναι τόσο ελαφριά, ώστε ο ασθενής να μην καταλάβει το παραμικρό. Όταν εκδηλωθούν, τα συνηθέστερα είναι: •Κούραση, ανορεξία. •Ναυτία, εμετός, διάρροια. •Αίσθημα βάρους στο δεξιό πάνω τμήμα της κοιλιάς (συκώτι). •Μυϊκοί πόνοι και πόνοι στις αρθρώσεις. •Πυρετός.
Σε σοβαρές περιπτώσεις, ο ασθενής μπορεί να εμφανίσει: •Ίκτερο (κίτρινη χροιά στο δέρμα και στα μάτια). •Σκουρόχρωμα ούρα. •Αποχρωματισμένα κόπρανα.
Η πιο επικίνδυνη περίπτωση οξείας ηπατίτιδας είναι η λεγόμενη «κεραυνοβόλος», η οποία είναι σπάνια (1 στα 1.000 περιστατικά της ηπατίτιδας Α και 1 στα 100 έως 1 στα 1.000 περιστατικά της ηπατίτιδας Β και της ηπατίτιδας C) και μπορεί να αποβεί μοιραία, αν δεν μεσολαβήσει επείγουσα μεταμόσχευση ήπατος.


Εγκαθίσταται όταν ο οργανισμός δεν καταφέρνει να αποβάλει τον ιό κατά τη φάση της οξείας ηπατίτιδας. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο όταν έχει εκδηλωθεί ηπατίτιδα Β, C ή D και ποτέ Α ή Ε. Συνήθως, οι χρόνιες ηπατίτιδες Β και C είναι σιωπηρές. Δεν «δίνουν» συμπτώματα, όμως ο ιός προκαλεί συγκεκριμένα ίνωση (ουλές στο εσωτερικό του ήπατος). Μάλιστα, αν το μεγαλύτερο μέρος του ήπατος μετατραπεί σε ινώδη ιστό (κίρρωση), μπορεί να οδηγήσει και σε καρκίνο.


Αν ο ασθενής δεν παρουσιάζει ίκτερο στην οξεία φάση, η ανάλυση αίματος θα δείξει αυξημένα ηπατικά ένζυμα (αμινοτρανσφεράσες ή τρανσαμινάσες). Αν όμως ο ασθενής παρουσιάζει ίκτερο, η αιματολογική εξέταση δείχνει και αυξημένα επίπεδα χολερυθρίνης. Ωστόσο, αυτά τα ευρήματα δεν δίνουν πάντα μια ξεκάθαρη απάντηση για το αν πρόκειται για ιογενή ή άλλης αιτιολογίας ηπατίτιδα. Oπότε, θα πρέπει να γίνει και λεπτομερής εργαστηριακός έλεγχος για την ανίχνευση τυχόν ιών, κυρίως της ηπατίτιδας Β και C, ιδιαίτερα μάλιστα εάν πρόκειται για κάποιον που κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών, εργάζεται σε νοσοκομείο ή έχει ιστορικό ηπατίτιδας στην οικογένειά του. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων δείχνουν τον τύπο της ηπατίτιδας, αν πρόκειται για οξεία ή χρόνια, αν ο ασθενής είναι απλός φορέας ή αν η λοίμωξη είναι μεταδοτική. Η αξονική ή η μαγνητική τομογραφία και το υπερηχογράφημα δεν έχουν διαγνωστική αξία, καθώς ανατομικές βλάβες στο συκώτι εμφανίζονται σε πολύ προχωρημένες περιπτώσεις. Βιοψία γίνεται μόνο στη χρόνια ηπατίτιδα για να εκτιμηθεί η πραγματική έκταση της βλάβης.

Oι πιο πολλοί ασθενείς με οξεία ιογενή ηπατίτιδα δεν έχουν ανάγκη από ειδική θεραπεία, επειδή τις περισσότερες φορές η λοίμωξη αυτοϊάται. Εξαίρεση αποτελούν οι ασθενείς με οξεία ηπατίτιδα Β ή C, που χρειάζονται ειδική θεραπεία, καθώς η νόσος εξελίσσεται σε χρόνια αρκετά συχνά. Η ηπατίτιδα Β εξελίσσεται σε χρόνια σε ποσοστό 10-30% και η ηπατίτιδα C σε ποσοστό 50%. Ειδική φαρμακευτική αγωγή (κυρίως ιντερφερόνες και αντιικά φάρμακα) πρέπει να ακολουθούν και οι περισσότεροι ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα, με στόχο την ενίσχυση του ανοσοποιητικού, τον περιορισμό του ιού ή ακόμα και την εκρίζωσή του, την επιβράδυνση της ηπατικής βλάβης, καθώς και την αποτροπή της κίρρωσης του ήπατος και του καρκίνου.




1| Πολλά εμβόλια, και κυρίως της ηπατίτιδας, δεν εξασφαλίζουν ανοσία εφ’ όρου ζωής. Γι’ αυτό και είναι αναγκαία η επανάληψή τους (αναμνηστικό εμβόλιο), τόσο στα παιδιά όσο και στους ενηλίκους που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου.
2| Τα εμβόλια για τις ηπατίτιδες Α και Β έχουν ενταχθεί στο εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών.
3| Εμβόλια για τις ηπατίτιδες C, D και E δεν υπάρχουν.
4| Oι φορείς ηπατίτιδας C θα πρέπει να κάνουν εμβόλια κατά της ηπατίτιδας Α και Β, καθώς μια πρόσθετη μόλυνση από αυτούς τους ιούς επιβαρύνει πολύ την κατάστασή τους.





Πρόκειται για το πιο κοινό είδος ιογενούς ηπατίτιδας. O ιός αποβάλλεται στα κόπρανα αυτών που έχουν μολυνθεί και μπορεί να μεταδοθεί μέσω αυτής της οδού. Για προληπτικούς λόγους, λοιπόν, θα πρέπει να πλένετε σχολαστικά τα χέρια σας μετά την τουαλέτα και ειδικά όταν είναι κοινόχρηστη, καθώς και πριν το φαγητό. Επίσης, θα πρέπει να αποφεύγετε να πίνετε νερό ή να τρώτε σε μέρη ή χώρες όπου οι όροι υγιεινής τηρούνται πλημμελώς. Η μετάδοσή της μέσω του αίματος είναι σπάνια. Τα συμπτώματα της ηπατίτιδας Α υποχωρούν από μόνα τους. Δεν υπάρχει ειδική θεραπευτική αγωγή για την αντιμετώπισή της και δεν εξελίσσεται ποτέ σε χρόνια. Για την προστασία του πληθυσμού από την ηπατίτιδα Α εμβολιάζονται όλα τα παιδιά μετά την ηλικία των 2 ετών. Επίσης, θα πρέπει να εμβολιάζονται οι ενήλικοι που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως όσοι έχουν οικογενειακό ιστορικό, πολλούς ερωτικούς συντρόφους, οι άνδρες ομοφυλόφιλοι, οι χρήστες ναρκωτικών, οι εργαζόμενοι σε νοσοκομεία κλπ. Αν υπάρχει υποψία για την άμεση έκθεση κάποιου στον ιό (π.χ. σκοπεύει να επισκεφτεί χώρα όπου ενδημεί η συγκεκριμένη ηπατίτιδα ή υπάρχει κρούσμα στην οικογένεια), θα πρέπει να κάνει εκτός από το εμβόλιο, που προσφέρει προστασία μετά από 1 μήνα περίπου, και ένεση ειδικής ανοσοσφαιρίνης για άμεση προφύλαξη.



Είναι πιο σοβαρή από την Α και μπορεί από οξεία να εξελιχθεί σε χρόνια. Πολλές φορές, είτε είναι οξεία είτε χρόνια, δεν «δίνει» συμπτώματα. Oι ασθενείς με χρόνια λοίμωξη μπορούν να μεταδώσουν τον ιό και επιπλέον διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για κίρρωση του ήπατος ή καρκίνο, γι’ αυτό και θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά από το γιατρό τους εφ’ όρου ζωής. Η ηπατίτιδα Β μπορεί να μεταδοθεί:
Μέσω της σεξουαλικής επαφής.
• Από μολυσμένη μητέρα στο μωρό κατά τον τοκετό.
• Όταν χρησιμοποιείτε προσωπικά αντικείμενα άλλων (ξυραφάκια, οδοντόβουρτσα, νυχοκόπτες). - Με τρύπημα από μολυσμένη βελόνα ή αιχμηρό αντικείμενο.
• Από μετάγγιση αίματος.
• Από την κοινή χρήση συρίγγων για ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών.
Στην οξεία ηπατίτιδα Β αντιμετωπίζονται μόνο τα συμπτώματα. Αντίθετα, η χρόνια ηπατίτιδα Β αντιμετωπίζεται με ειδική φαρμακευτική αγωγή. Για την προστασία του γενικού πληθυσμού, εμβολιάζονται τα παιδιά από τον 4ο μήνα της ζωής τους και μετά. Επίσης, επιβάλλεται ο εμβολιασμός των επαγγελματιών υγείας. Αν εκτεθείτε στον ιό της ηπατίτιδας Β, για να μην «κολλήσετε», μπορείτε να κάνετε εκτός από εμβόλιο και ένεση υπεράνοσης γ-σφαιρίνης.


Πρόκειται για τη λεγόμενη «σιωπηρή» νόσο. Μπορεί και αυτή, όπως και η ηπατίτιδα Β, να εξελιχθεί σε χρόνια και σχεδόν ποτέ δεν εμφανίζει συμπτώματα, γι’ αυτό και η διάγνωσή της γίνεται τις περισσότερες φορές τυχαία. Μεταδίδεται όπως η ηπατίτιδα Β, αλλά κυρίως από το αίμα και τα παράγωγά του (μέσω μεταγγίσεων). Ωστόσο, σήμερα τα περιστατικά δεν είναι τόσο πολλά όσο στο παρελθόν, λόγω των συστηματικών ελέγχων που γίνονται πλέον στο αίμα. Πρόκειται για έναν ύπουλο ιό. Μπορεί να υπάρχει στον οργανισμό, αλλά να μη φαίνεται στις εξετάσεις και να προκαλέσει σοβαρές βλάβες στο συκώτι. Για την αντιμετώπισή του χρησιμοποιούνται αντίστοιχα φάρμακα με αυτά που χορηγούνται για την ηπατίτιδα Β τόσο στην οξεία όσο και στη χρόνια μορφή. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν είναι τόσο καλά όσο στην ηπατίτιδα Β. Επιπλέον, δεν υπάρχει εμβόλιο. Όσοι λοιπόν κάνουν μεταγγίσεις, χρόνια αιμοκάθαρση, χρήση ναρκωτικών ή εκτίθενται σε αίμα για άλλους λόγους (π.χ. εργάζονται σε νοσοκομεία), θα πρέπει να προσέχουν ιδιαίτερα και να κάνουν τακτικό αιματολογικό έλεγχο. Oι φορείς της ηπατίτιδας C θα πρέπει να κάνουν τα εμβόλια για τις ηπατίτιδες Α και Β για να απομακρύνουν τον κίνδυνο επιμόλυνσης, να αποφεύγουν το αλκοόλ και να επισκέπτονται συχνά το γιατρό τους.


Εκδηλώνεται σχετικά σπάνια και μόνο σε κάποιον που ήδη νοσεί από ηπατίτιδα τύπου Β. Μεταδίδεται κυρίως με μολυσμένο αίμα, σεξουαλική επαφή και από μολυσμένη μητέρα στο νεογνό. Σε σπάνιες περιπτώσεις, η οξεία ηπατίτιδα D μπορεί να οδηγήσει σε οξεία ηπατική ανεπάρκεια ενώ αν εξελιχθεί σε χρόνια να προκαλέσει κίρρωση. Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία. O μόνος τρόπος πρόληψης είναι ο εμβολιασμός για την ηπατίτιδα Β.



Εμφανίζεται στις αναπτυσσόμενες χώρες και είναι σπάνια στη Δυτική Ευρώπη και στην Αμερική. Μεταδίδεται όπως και η ηπατίτιδα Α, σε συνθήκες κακής υγιεινής και από την κατανάλωση μολυσμένου νερού και τροφής. Είναι λιγότερο μεταδοτική από την Α και δεν γίνεται χρόνια. Oμάδες υψηλού κινδύνου αποτελούν οι ταξιδιώτες στις περιοχές που αναφέραμε. Δεν υπάρχει εμβόλιο, ούτε ειδική θεραπευτική αγωγή. Αντιμετωπίζεται συμπτωματικά.



;
Αν και για πολλά χρόνια ήταν διαδεδομένη η αντίληψη ότι όποιος έχει ηπατίτιδα οξεία ή χρόνια θα πρέπει να ακολουθεί ειδικό διαιτολόγιο και να αποφεύγει τα λίπη, σήμερα η πεποίθηση αυτή θεωρείται εσφαλμένη.
• Στην οξεία ηπατίτιδα ο ασθενής θα πρέπει να αποφεύγει το αλκοόλ, να τρώει ελαφριά φαγητά, πλούσια σε υδατάνθρακες και να πίνει άφθονα υγρά, ώστε να αποφύγει την αφυδάτωση στην περίπτωση που έχει πολλές διάρροιες.
• Στη χρόνια ηπατίτιδα απαγορεύονται εφ’ όρου ζωής τα αλκοολούχα ποτά, ενώ δεν υπάρχει κάποια τροφή που να απαγορεύεται ή να ενδείκνυται για την περίπτωση. Απλά, οι ασθενείς θα πρέπει να διατηρούν κανονικό το βάρος τους και οι παχύσαρκοι να χάσουν τα περιττά κιλά τους.



Πόσο κοινή είναι η ρευματοειδής αρθρίτιδα (ΡΑ); Η ΡΑ είναι επίσης γνωστή ως ρευματισμοί των άρθρων, μιας και προσβάλλει κυρίως τις αρθρώσεις. Στην Ελλάδα, μεταξύ 0.6 και 1 τοις εκατό του πληθυσμού, ή περισσότερο από 60,000 άνθρωποι, υποφέρουν από ΡΑ.

Περισσότερες γυναίκες παρά άνδρες έχουν ΡΑ - τα δύο τρίτα των ασθενών είναι γυναίκες. Ο μέσος όρος ηλικίας προσβολής από την νόσο είναι γύρω στα 55, αλλά μπορεί να προσβάλλει το ίδιο ηλικιωμένους και νέους ανθρώπους.

Τι προκαλεί τη ΡΑ;

Η αιτία της ΡΑ είναι ασαφής, αλλά είναι πιθανό να συμβάλλουν αρκετοί παράγοντες στην εκδήλωση της παθολογικής κατάστασης. Εάν έχετε έναν στενό συγγενή με κάποιο ρευματικό νόσημα, είστε πιο ευάλωτος. Πρόσφατα ερευνητικά ευρήματα υποδηλώνουν ότι η ΡΑ πιθανώς αναπτύσσεται ως ένα αποτέλεσμα της δράσης ενός μικρο-οργανισμού, ενός βακτηριδίου ή ιού, το οποίο έρχεται σε επαφή με το ανοσοποιητικό σύστημα και προκαλεί μία αντίδραση σε ανθρώπους με συγκεκριμένους τύπους γενετικής προδιάθεσης.

Ποια είναι τα συμπτώματα της ΡΑ;

Για τους περισσότερους ασθενείς, τα πρώτα σημάδια της πάθησης είναι η δυσκαμψία, η ευαισθησία και ο πόνος στα χέρια και/ή στα πόδια. Μία ή περισσότερες αρθρώσεις διογκώνονται και παρουσιάζουν κάθε σημείο της φλεγμονής. Μερικές φορές η φλεγμονή αρχίζει σε μία μεγάλη άρθρωση όπως είναι το γόνατο, ο ώμος ή ο αστράγαλος. Ωστόσο, μερικές φορές, η έναρξη της νόσου είναι πιο οξεία. Κόπωση, απώλεια όρεξης, απώλεια βάρους και πυρετός, όλα είναι συμπτώματα τα οποία μπορεί να προηγηθούν της φλεγμονής οποιασδήποτε άρθρωσης και στη συνέχεια να αποδειχθούν πρώιμα συμπτώματα της νόσου.

Πως γίνεται η διάγνωση;

Ο γιατρός αξιολογεί το πώς περιγράφει ο ασθενής τα προβλήματά του, σε συνδυασμό με τα ευρήματα της κλινικής εξέτασης των μεγάλων και μικρών αρθρώσεων. Το επόμενο βήμα είναι η λήψη δειγμάτων αίματος και πιθανώς ακτινογραφιών. Οι εξετάσεις αίματος συχνά μπορούν να δείξουν την παρουσία ρευματοειδούς παράγοντα, ενός αντισώματος που στοχεύει τα ίδια τα αντισώματα του ασθενή, και ο οποίος βρίσκεται συχνά σε υψηλά επίπεδα σε ασθενείς με ΡΑ.
Αυτό το αντίσωμα μπορεί να βρεθεί στο 75 τοις εκατό περίπου των ασθενών, ενισχύοντας έντονα τη διάγνωση. Πιο σύγχρονες μέθοδοι εξέτασης (αντισώματα αντι-CCP) έχουν βελτιώσει περαιτέρω τη διαγνωστική αξιοπιστία.

Πως θεραπεύεται η ΡΑ;

Η φαρμακευτική αγωγή για την ανακούφιση της δυσκαμψίας και του πόνου, όπως είναι τα ΜΣΑΦ (μη στεροειδή αντι-φλεγμονώδη φάρμακα), χρησιμοποιείται σε ένα πρώιμο στάδιο θεραπευτικής αγωγής. Σε ασθενείς με ιστορικό έλκους στομάχου μπορεί να συνταγογραφηθούν άλλα, νεότερα φάρμακα τα οποία ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο γαστρικών παρενεργειών.

Εάν η φαρμακευτική αγωγή αυτού του είδους αποδειχθεί ανεπαρκής, οι ιατροί μπορεί να συνταγογραφήσουν φάρμακα τα οποία έχουν μία μακροπρόθεσμη, πιο δυνατή επίδραση στη φλεγμονή και στις προσβληθείσες αρθρώσεις. Μία μακροπρόθεσμη θεραπευτική αγωγή που χρησιμοποιείται συχνά για τη ΡΑ είναι τα Tροποποιητικά της Νόσου φάρμακα (DMARDs).

Υπάρχει επίσης ένας αριθμός άλλων, παλαιότερων φαρμάκων με μακροπρόθεσμη επίδραση. Η τοπική θεραπευτική αγωγή με ενέσεις κορτιζόνης στις φλεγμαίνουσες αρθρώσεις αποτελεί μία σημαντική μορφή θεραπευτικής αγωγής για αρκετά ρευματικά νοσήματα. Νέα βιολογικά φάρμακα για τη θεραπεία της φλεγμονής των αρθρώσεων έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά κατά της ΡΑ.

Τι επιφυλάσσει το μέλλον για τους ασθενείς που πάσχουν από ΡΑ;

Χάρη σε νεότερες θεραπείες, όλο και λιγότεροι ασθενείς υποφέρουν από σοβαρή καταστροφή των αρθρώσεων των χεριών και ποδιών. Νέες μέθοδοι οι οποίες απλοποιούν τη διάγνωση, βελτιώνουν την πιθανότητα των ασθενών να λάβουν κατάλληλη θεραπευτική αγωγή εγκαίρως. Μέσα από πολλή δουλειά και μεγάλες επενδύσεις, οι μεγάλες πρόοδοι της ρευματολογικής έρευνας έχουν επιφέρει σημαντικά οφέλη για τους ρευματικούς ασθενείς τα τελευταία χρόνια.

Υπάρχουν άφθονες ενδείξεις οι οποίες υποδηλώνουν ότι η θεραπευτική αγωγή με φάρμακα μπορεί να γίνει πιο συγκεκριμένη και αποτελεσματική, αλλά πάντα χρειάζεται να συνδυαστεί με άλλα μέτρα. Αυτές συμπεριλαμβάνουν εκπαίδευση και γνώση σχετικά με την παθολογική κατάσταση και το σώμα, τακτική σωματική δραστηριότητα, άσκηση διαφόρων ειδών και βοηθήματα για συγκεκριμένες καθημερινές δραστηριότητες. Αυτή η βοήθεια παρέχεται από ιατρούς οι οποίοι συνεργάζονται με εξειδικευμένες ρευματολογικές ομάδες (φυσικοθεραπευτή, εργοθεραπευτή, νοσοκόμα, σύμβουλο/ψυχολόγο και μερικές φορές έναν ορθοπεδικό χειρουργό) σε ρευματολογικές μονάδες και νοσοκομεία σε όλη την Ελλάδα.

Εφόσον η ΡΑ από μόνη της μπορεί να προσβάλλει δυσμενώς τα αιμοφόρα αγγεία, είναι σημαντικό για τους ασθενείς να διατηρήσουν έναν υγιή τρόπο ζωής όσον αφορά τη δίαιτα, το βάρος και το κάπνισμα. Το κάπνισμα είναι ένας κύριος παράγοντας για την έναρξη της ΡΑ και αυξάνει τον κίνδυνο του ασθενή να αναπτύξει μία πιο σοβαρή μορφή της παθολογικής κατάστασης.


 

 


Τι είναι άνοια; Η άνοια είναι μια προϊούσα εγκεφαλική δυσλειτουργία (στα Λατινικά dementia σημαίνει παραφροσύνη), η οποία έχει ως αποτέλεσμα περιορισμό των καθημερινών δραστηριοτήτων και, στις περισσότερες περιπτώσεις, οδηγεί σε ανάγκη μακροχρόνιας φροντίδας. Πολλά νοσήματα μπορούν να










Η ψωρίαση είναι νόσημα του δέρματος, το οποίο είναι αυτοάνοσο και δεν είναι μεταδοτικό. Προσβάλλει όλες τις ηλικίες -σε ποσοστό 2%- και διάφορα μέρη του σώματος με κυριότερα τα γόνατα, τους αγκώνες, τον κορμό, το τριχωτό της κεφαλής και την πλάτη. Υπάρχουν πέντε κύριοι τύποι ψωρίασης, η ψωρίαση κατά πλάκας, η σταγονοειδής ψωρίαση, η φλυκταινώδης ψωρίαση, η ερυθροδερμική ψωρίαση και η ανάστροφη ψωρίαση. Συνήθως εκδηλώνεται με ερυθρές λεπιώδεις πλάκες, οι οποίες καλύπτονται από αργυρόχροα λέπια. Ωστόσο, τα σημεία εντοπισμού και η ακριβής κλινική εικόνα εξαρτώνται από τον τύπο της ψωρίασης. Η σταγονοειδής ψωρίαση έχει καλύτερη πορεία σε αντίθεση με τη φλυκταινώδη. Ποια είναι τα συμπτώματα; Ανάλογα με τον τύπο ψωρίασης εμφανίζονται τα εξής συμπτώματα: Ψωρίαση κατά πλάκας
  • ερυθρές λεπιώδεις πλάκες (που εμφανίζονται συνήθως στα γόνατα, τους αγκώνες, στο κάτω μέρος της πλάτης, πίσω από τα αυτιά, και στο τριχωτό της κεφαλής)

  • φαγούρα (αν και όχι κατά κανόνα)

  • βλάβες στα νύχια (αποχρωματισμός, αποκόλληση)
Σταγονοειδής ψωρίαση (προσβάλλει συνήθως παιδιά και εφήβους, ειδικά μετά από βακτηριακή λοίμωξη του λαιμού)
  • ερυθρές λεπιώδεις κηλίδες

  • φαγούρα (αν και όχι κατά κανόνα)
Φλυκταινώδης ψωρίαση
  • φλύκταινες (που εμφανίζονται συνήθως στις παλάμες και τα πέλματα των ποδιών)

  • απολέπιση της πληγείσας περιοχής

  • πυρετός

  • κακουχία
Ερυθροδερμική ψωρίαση
  • ερυθηματώδες (κόκκινο) δέρμα

  • υπερπυρεξία (η οποία είναι πρόδρομος της θερμοπληξίας)

  • υποθερμία
Ανάστροφη ψωρίαση (προσβάλλει συνήθως ηλικιωμένους)
  • ερυθρό διαβρωμένο δέρμα ( που εμφανίζεται στα σημεία που πτυχώνεται το δέρμα, όπως κάτω από τους μαστούς, στις μασχάλες και στη βουβωνική χώρα)
Πως γίνεται η διάγνωση; Η κλινική εξέταση αρκεί για να τεθεί η διάγνωση, ωστόσο ανά περίπτωση, μπορεί να χρειαστεί βιοψία δέρματος.
Πως αντιμετωπίζεται; Η θεραπεία της ψωρίασης είναι ανάλογη του τύπου και της σοβαρότητας της ψωρίασης, για αυτό μπορεί να περιλαμβάνει – συνδυαστικά ή μη-επάλειψη των πληγεισών περιοχών με ειδικά φαρμακευτικά σκευάσματα, λήψη φαρμάκων, φωτοθεραπεία (εφαρμόζεται σε ασθενείς με μέτρια ή σοβαρή ψωρίαση) ή ακόμη και νοσηλεία. Προς το παρόν δεν μπορούμε να μιλάμε για «ίαση» της νόσου, αλλά για «κάθαρση» του δέρματος από το ψωριασικό εξάνθημα.
Με τις θεραπευτικές προτάσεις που διαθέτουμε, επιτυγχάνουμε την όσο το δυνατόν μακρύτερη χρονικά περίοδο κατά την οποία ο ψωριασικός ασθενής είναι ελεύθερος δερματικών βλαβών. Οι ασθενείς συχνά δοκιμάζουν «κυκλικά» ή για σύντομα χρονικά διαστήματα τις διαθέσιμες φαρμακευτικές αγωγές, καταλήγοντας σε εκείνη ή εκείνες που δρουν αποτελεσματικότερα και ασφαλέστερα στην περίπτωσή τους.





Αρρυθμίες ονομάζονται οι διαταραχές του ρυθμού της καρδιάς .Ο φυσιολογικός παλμός της καρδιάς είναι ρυθμικός. Στην περίπτωση της αρρυθμίας ο ασθενής αντιλαμβάνεται την καρδιά του να κτυπά ακανόνιστα, να φτερουγίζει , να κτυπά γρήγορα ή να κάνει διακοπές.

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Τα κυριότερα συμπτώματα είναι τα εξής:
  • Αίσθημα παλμών δηλαδή αίσθημα φτερουγίσματος της καρδιάς

  • Αίσθημα διακοπών του φυσιολογικού παλμού της καρδιάς

  • Δύσπνοια –λαχάνιασμα

  • Εύκολη κόπωση

  • Ζάλη, λιποθυμία

  • Συγκοπή

  • Σε ορισμένες περιπτώσεις επικίνδυνων αρρυθμιών ακόμα και αιφνίδιος θάνατος
Πού οφείλεται;

Οι αρρυθμίες έχουν διαφορετικά αίτια:
  • Έντονο στρές ή φόβος ή συγκίνηση

  • Υπερκατανάλωση αλκοόλ και υπερβολικό κάπνισμα

  • Διαταραχές στο ηλεκτρικό σύστημα της καρδιάς

  • Στεφανιαία νόσος

  • Μυοκαρδιοπάθειες

  • Μυοκαρδίτιδες

  • Βαλβιδοπάθειες

  • Καρδιακή ανεπάρκεια

  • Θυρεοειδοπάθειες

  • Αναιμία
Πως γίνεται η διάγνωση;

Όταν οι αρρυθμίες γίνονται αντιληπτές πρέπει να καταγράφονται στο ηλεκτροκαρδιογράφημα ή σε ειδική συσκευή που καταγράφει τον καρδιακό ρυθμό όλο το 24 ωρο (holter ρυθμού 24ωρου).
Σε περιπτώσεις που ήδη υπάρχει υπόστρωμα καρδιοπάθειας η διερεύνηση για αρρυθμίες θα πρέπει να γίνεται και προληπτικά χωρίς δηλαδή να προϋπάρχουν συμπτώματα. Με ειδικές τεχνικές (ηλεκτροφυσιολογική μελέτη: εισαγωγή ειδικών καλωδίων στην καρδιά που καταγράφουν το ρυθμό της καρδιάς και τις διαταραχές του) μπορεί επίσης να προκληθεί η αρρυθμία μέσα στο αιμοδυναμικό εργαστήριο και να αναγνωριστεί η φύση της και η ενδεδειγμένη θεραπεία.Τέλος σε ειδικές περιπτώσεις εμφυτεύεται ειδική συσκευή καταγραφής αρρυθμιών (reveal holter) κάτω από το δέρμα στο πάνω μέρος του θώρακα και καταγράφει τις αρρυθμίες για διάστημα περίπου ενός έτους .

Πως θεραπεύεται;

Η θεραπεία των αρρυθμιών εξαρτάται από τη φύση τους (δηλαδή αν πρόκειται για απλές έκτακτες συστολές, ταχυκαρδίες, βραδυκαρδίες, διακοπές του καρδιακού ρυθμού, κολπική μαρμαρυγή κτλ.) και από την ύπαρξη ή όχι υποκείμενης καρδιοπάθειας.
Η θεραπεία μπορεί να είναι αντιαρρυθμικά φάρμακα , ηρεμιστικά φάρμακα και ανάλογα με την περίπτωση αντιπηκτικά φάρμακα.
Σε συγκεκριμένες αρρυθμίες (βραδυαρρυθμίες ) μπορεί να γίνει εμφύτευση βηματοδότη (ειδικό μηχάνημα που με ηλεκτρικό ρεύμα δίνει ρυθμό στην καρδιά όταν παρουσιάζονται παύσεις του ρυθμού), και αν εμφανιστούν αρρυθμίες επικίνδυνες για αιφνίδιο θάνατο γίνεται εμφύτευση ειδικού απινιδωτή δηλαδή μηχανήματος που επαναφέρει τον ρυθμό της καρδιάς όταν αυτή παρουσιάσει θανατηφόρο αρρυθμία.

Τι είδους επιπλοκές μπορεί να παρουσιαστούν;

Οι συνήθεις επιπλοκές των αρρυθμιών είναι η ζάλη, η λιποθυμία, η συγκοπή, οι θρομβώσεις (σε ορισμένες αρρυθμίες) και ο αιφνίδιος θάνατος (σε ορισμένες αρρυθμίες). Επίσης αν εγκατασταθεί για πολύ καιρό μια ταχυαρρυθμία μπορεί να προκαλέσει βλάβη στην καρδιά.

Πως μπορεί να προληφθεί;

Για τις απλές αρρυθμίες δηλαδή τις απλές έκτακτες συστολές συνιστάται αποφυγή του στρες ,των μεγάλων γευμάτων και της υπερκατανάλωσης αλκοόλ και καφέ καθώς και διακοπή του καπνίσματος και ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.
Στις πιο σύνθετες αρρυθμίες που υπάρχει υπόστρωμα καρδιακής νόσου χρειάζεται συμμόρφωση με τη φαρμακευτική αγωγή και τακτική παρακολούθηση με ειδικές διαγνωστικές εξετάσεις.


Ως υπέρταση ορίζεται η αρτηριακή πίεση που υπερβαίνει τα 140/90 mmHg σε επανειλημμένες μετρήσεις από τον γιατρό. Πρόκειται για μια ύπουλη πάθηση που χαρακτηρίζεται και ως «σιωπηλός δολοφόνος» δεδομένου ότι μπορεί να προκαλέσει θανατηφόρο εγκεφαλικό επεισόδιο ή καρδιακή προσβολή, χωρίς καμία προειδοποίηση και χωρίς κανένα σύμπτωμα. Η έγκαιρη διάγνωση και ρύθμιση της υπέρτασης είναι ζωτικής σημασίας καθώς αποτελεί άμεσο παράγοντα κινδύνου για τα καρδιαγγειακά επεισόδια (π.χ εγκεφαλικά, εμφράγματα). Τα υπέρβαρα άτομα όπως και τα άτομα με οικογενειακό ιστορικό υπέρτασης διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν υπέρταση.

Που οφείλεται;

Τα αίτια της πρωτοπαθούς υπέρτασης παραμένουν αδιευκρίνιστα ενώ για τα αίτια της δευτεροπαθούς υπέρτασης ενοχοποιούνται παράγοντες, όπως η παχυσαρκία, η υπερκατανάλωση αλκοόλ, η απορύθμιση των ορμονών, το στρες και ορισμένες παθήσεις των νεφρών.

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Τα συμπτώματα της υπέρτασης- αν και συνήθως δεν εκδηλώνονται με αποτέλεσμα να μη γίνεται αντιληπτή η νόσος από μεγάλο ποσοστό ασθενών- είναι τα εξής:
  • πονοκέφαλος

  • αίσθημα κόπωσης

  • ρινορραγία
Πως γίνεται η διάγνωση;

Τα πρώτα βήματα της διάγνωσης περιλαμβάνουν τακτικές επισκέψεις στο γιατρό και μέτρηση της αρτηριακής πίεσης σε διαφορετικές ώρες τις ημέρας. Στη συνέχεια σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να γίνουν και περαιτέρω εξετάσεις, όπως οφθαλμολογικές, αιματολογικές, ουρολογικές, ηλεκτροκαρδιογράφημα ή υπερηχογράφημα καρδιάς και νεφρών καθώς και 24ωρη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης με ειδική φορητή συσκευή (holter πιέσεως).

Πως αντιμετωπίζεται;

Ανάλογα με τη σοβαρότητα της υπέρτασης, αν δηλαδή είναι ήπια, μέτρια, σοβαρή ή πολύ σοβαρή, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει αλλαγή του τρόπου ζωής και λήψη αντιυπερτασικών φαρμάκων.

Ποιοι παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της πάθησης;
  • το οικογενειακό ιστορικό

  • η παχυσαρκία

  • η ηλικία

  • η καθιστική ζωή και η έλλειψη σωματικής άσκησης

  • τα αντισυλληπτικά χάπια και μερικά άλλα φάρμακα (π.χ ερυθροποιητίνη)

  • η εγκυμοσύνη

  • η υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ

  • η αυξημένη κατανάλωση αλατιού

  • η αυξημένη χοληστερίνη

  • το κάπνισμα

  • ο σακχαρώδης διαβήτης
Τι επιπλοκές μπορεί να προκαλέσει;

Η υπέρταση μπορεί να βλάψει:
  • τον εγκέφαλο (εσωτερική αιμορραγία, εγκεφαλικό επεισόδιο)

  • την καρδιά (καρδιακή ανεπάρκεια, στεφανιαία νόσος)

  • τους νεφρούς (νεφρική ανεπάρκεια)

  • τους οφθαλμούς (θαμπή όραση)
Τι μπορείτε να κάνετε;

Μπορείτε να υιοθετήσετε έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής, που να περιλαμβάνει καλή διατροφή (για να αποφύγετε την παχυσαρκία), άσκηση (για να αποφύγετε τους κινδύνους της καθιστικής ζωής), περιορισμό του στρες και του αλκοόλ και διακοπή καπνίσματος. Αν ανήκετε στην ομάδα υψηλού κινδύνου κάνετε τακτικά εξετάσεις ενώ μετά την ηλικία των 30 μετράτε την πίεσή σας ανά τακτικά χρονικά διαστήματα.



doctors.in.gr

Λονδίνο: Ένα ενέσιμο υδροτζελ μπορεί να συμβάλλει στην ανάρρωση από την εγκεφαλική βλάβη, συντελώντας στην διέγερση της ιστολογικής ανάπτυξης στο σημείο του τραυματισμού, σύμφωνα με στοιχεία που φέρνει στο φως της δημοσιότητας το BBC.

Αμερικανοί ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Κλεμσον της Νότιας Καρολίνα έκαναν πειράματα σε αρουραίους και διαπίστωσαν ότι το τζελ από συνθετικά και φυσικά συστατικά μπορεί να διεγείρει την ανάπτυξη βλαστοκυττάρων στον εγκέφαλο.

Η Δρ Νινγκ Ζχανγκ επικεφαλής της ομάδας των ειδικών, παρουσίασε την έρευνα σε συνέδριο που έγινε στις ΗΠΑ για την στρατιωτική υγεία. Προέβλεψε δε ότι το τζελ θα είναι έτοιμο για κλινική δοκιμή σε ανθρώπους σε περίπου τρία χρόνια.

Μετά από εγκεφαλικό τραυματισμό οι ιστοί τείνουν να πρήζονται και αυτό προκαλεί απώλεια ακόμη περισσότερων κυττάρων, ενοποιώντας την βλάβη που προκαλείται από την αρχική πληγή.

Οι βασικές θεραπευτικές προοπτικές προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν την δευτεροπαθή βλάβη στο σημείο του τραυματισμού, μειώνοντας για παράδειγμα την θερμοκρασία ή ανακουφίζοντας τον οργανισμό από την αυξανόμενη πίεση.

Ωστόσο, η επίπτωση των θεραπειών αυτών είναι περιορισμένη. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η μεταμόσχευση κυτταρικών μοσχευμάτων στο τραύμα για την ανάπλαση της ιστολογικής βλάβης είναι μια πιο παραγωγική προσέγγιση.

Αλλά ενώ η μέθοδος αυτή έχει παρουσιάσει κάποια ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση ορισμένων παθήσεων του κεντρικού νευρικού συστήματος, έχει παρουσιάσει περιορισμένα αποτελέσματα στην θεραπεία των εγκεφαλικών τραυμάτων.

Τα κυτταρικά μοσχεύματα δεν τείνουν να προοδεύουν στο σημείο του τραύματος, ή δεν διεγείρουν την αποκατάσταση του.

Αυτό ενδεχομένως να οφείλεται στην φλεγμονή και στην δημιουργία της ουλής στο σημείο του τραυματισμού αλλά και στην έλλειψη υποστηρικτικού ιστού και παροχής αίματος για την διοχέτευση των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών.

Το πλεονέκτημα του νέου τζελ που χορηγείται με ένεση στο σημείο του τραυματισμού σε υγρή μορφή, είναι ότι μπορεί να εμπλουτιστεί με διαφορετικά χημικά στοιχεία ώστε να διεγείρει ποικίλες βιολογικές διαδικασίες.

Η ομάδα της Δρ Ζχανγκ αρχικά το χρησιμοποίησε για να επανεδραιώσει την πλήρη παροχή αίματος στο σημείο του εγκεφαλικού τραυματισμού σε αρουραίους, δημιουργώντας το κατάλληλο περιβάλλον για την πρόοδο των κυτταρικών μοσχευμάτων.

Στην συνέχεια εμπλούτισε το τζελ με μη ώριμα ενήλικα βλαστοκύτταρα και τις χημικές ουσίες που είναι αναγκαίες για την ανάπτυξη ενήλικων εγκεφαλικών κυττάρων.

Μετά από οκτώ εβδομάδες θεραπείας με το τζελ, οι αρουραίοι με σοβαρές εγκεφαλικές βλάβες είχαν παρουσιάσει σημάδια σημαντικής ανάρρωσης.



ΓΕΝΙΚΑ

Η μεγάλη κατανάλωση αντιβιοτικών στα παιδιά και στους ενήλικες έχει ως αποτέλεσμα την επικράτηση μικροβίων ανθεκτικών στα αντιβιοτικά που αντικαθιστούν τα ευαίσθητα στις φυσιολογικές μας χλωρίδες, δηλαδή στο στόμα, τον εντερικό σωλήνα, τον κόλπο, την ουρήθρα και το δέρμα.

Η δημιουργία μικροβίων που είναι ανθεκτικά στα αντιβιοτικά δεν αφορά μόνο τα άτομα που λαμβάνουν αντιβιοτικά αλλά και το περιβάλλον τους.

Με ποιον τρόπο τα μικρόβια γίνονται ανθεκτικά στα αντιβιοτικά;

Στο φυσικό περιβάλλον ορισμένα μικρόβια έχουν έτσι διαμορφωθεί ώστε να μπορούν να επιζήσουν παρουσία των αντιβιοτικών. Λέμε τότε ότι τα μικρόβια έχουν αποκτήσει αντοχή.

Η αντοχή σε ένα αντιβιοτικό είναι ένας μηχανισμός που το μικρόβιο βάζει σε εφαρμογή για να μπορέσει να εξουδετερώσει τη δράση ενός αντιβιοτικού που βρίσκεται στον ίδιο περιβάλλον με αυτό.

Ο μηχανισμός αντοχής μπορεί να μεταφέρεται αδιάκοπα από το ένα μικρόβιο στο άλλο, τόσο στα παθογόνα μικρόβια, όσο και στα συμβιωτικά μικρόβια.

Συμβιωτικά λέμε τα μικρόβια που ζουν φυσιολογικά μαζί μας και αποικίζουν το δέρμα και τους βλεννογόνους μας, αποτελούν δε τη λεγόμενη «φυσιολογική χλωρίδα» μας: Δεκάκις τρισεκατομμύρια μικρόβια υπάρχουν στο δέρμα, στη μύτη, στο στόμα, στο έντερο, τον κόλπο, την ουρήθρα, τα οποία ζουν αρμονικά μαζί μας, χωρίς να μας δημιουργούν πρόβλημα.

Παθογόνα, λέμε κάποια άλλα μικρόβια που υπάρχουν στο φυσικό περιβάλλον αλλά μπορούν, όταν έρθουν σε επαφή μαζί μας και κάτω από ορισμένες προϋπόθεσεις (όπως το να εισβάλουν σε μεγάλο αριθμό ή η άμυνα του οργανισμού μας να είναι εξασθενημένη), να μας προκαλέσουν λοιμώξεις ποικίλης βαρύτητας.

Το πρόβλημα με τα αντιβιοτικά είναι ότι δεν κάνουν διάκριση ανάμεσα στα παθογόνα μικρόβια που είναι βλαβερά και στα συμβιωτικά μικρόβια που ζουν αρμονικά μαζί μας, τα σκοτώνουν όλα!. Έτσι τις θέσεις των συμβιωτικών μικροβίων καταλαμβάνουν παθογόνα μικρόβια, πολλά από τα οποία είναι ανθεκτικά στο αντιβιοτικό που χορηγείται, ενώ πολλά από τα συμβιωτικά μικρόβια κατορθώνουν να επιζούν με το να γίνουν ανθεκτικά στο αντιβιοτικό που παίρνουμε. Αποτέλεσμα; Και τα παιδιά και οι ενήλικες αποικίζονται με αυτόν τον τρόπο με ανθεκτικά μικρόβια που με την καθημερινή δραστηριότητα (χειραψία, ασπασμός, εργασία με χέρια, κοκ) διασπείρονται σε άλλους ανθρώπους, οι οποίοι, με τη σειρά τους αποκτούν ανθεκτικά μικρόβια στη φυσιολογική τους χλωρίδα κι ας μην έχουν κάνει οι ίδιοι χρήση αντιβιοτικών!. Το φαινόμενο δηλαδή της αντοχής στα αντιβιοτικά είναι μια αλυσιδωτή αντίδραση που αφορά στην πραγματικότητα πολύ περισσότερους ανθρώπους από ότι φαίνεται.

Γιατί τα ανθεκτικά μικρόβια γίνονται και πιο πολλά;

Το αναφέραμε παραπάνω: τα ανθρώπινα όντα ανταλλάσσουν καθημερινά τα μικρόβια που κουβαλάνε. Άρα, όσο πιο συχνά και όσο περισσότερα άτομα λαμβάνουν τακτικά αντιβιοτικά, τόσο μεγαλύτερη είναι και η διασπορά ανθεκτικών μικρόβιων: Τα μικρόβια είναι αρκετά έξυπνα ώστε να φτιάχνουν μηχανισμούς άμυνας στα αντιβιοτικά που τους δίνουμε για να τα σκοτώσουμε.

Η χρήση των αντιβιοτικών στη ζωοτροφία δεν ευθύνεται παρά μόνο για περιορισμένης έκτασης προβλήματα αντοχής που αφορούν ανθρώπους.

Συνεπώς, η άσκοπη χρήση των αντιβιοτικών στον άνθρωπο ευνοεί την εξάπλωση των ανθεκτικών μικρόβιων.

Τι μπορούμε να κάνουμε;

Αν σταματήσουμε την άσκοπη κατανάλωση αντιβιοτικών, τότε, προοδευτικά τα μικρόβια μας (συμβιωτικά και παθογόνα) θα ξαναγίνουν ευαίσθητα στα αντιβιοτικά. Είναι απλό: τα μικρόβια όταν σταματούν να «απειλούνται» από τα αντιβιοτικά, προοδευτικά παύουν να χρησιμοποιούν τους μηχανισμούς που διαθέτουν για να αμύνονται στα αντιβιοτικά. Αφού δεν θα υπάρχουν στο περιβάλλον του μικροβίου αντιβιοτικά, οι μηχανισμοί αντοχής είναι άχρηστοι, το μικρόβιο τους αποβάλλει και σταδιακά, ξαναγίνεται ευαίσθητο στα αντιβιοτικά.

Τόσο απλά!

Είναι προτιμότερο λοιπόν, όταν αντιμετωπίζουμε σοβαρές μικροβιακές λοιμώξεις όπως π.χ. πνευμονία και ουρολοιμώξεις, αυτές να οφείλονται σε ευαίσθητα μικρόβια τα οποία τα αντιβιοτικά να μπορούν να σκοτώσουν.

Γι αυτό:

Τα αντιβιοτικά είναι πολύτιμα. Πρέπει να τα διαφυλάξουμε

Πώς;

Η λύση του προβλήματος δεν βρίσκεται στην ανακάλυψη νέων αντιβιοτικών, αφού αν και αυτά χρησιμοποιηθούν λανθασμένα, πολύ γρήγορα θα χάσουν την αποτελεσματικότητά τους.



Η συνολική ποσότητα του σιδήρου του οργανισμού ανέρχε­ται σε 3-4 g. Από αυτά, το 70% περίπου (2,5 g) σχηματίζει την αιμοσφαιρίνη των ερυθρών αιμοσφαιρίων, το 24% περίπου (1 g) βρίσκεται στις «αποθήκες σιδήρου» (δικτυοενδοθηλιακό σύστη­μα, ήπαρ, σπλήνας, μυελός των οστών) με τη μορφή φερριτίνης και αιμοσιδηρίνης καΐ' ένα ελάχιστο ποσοστό (0,1% ή 3-4 mg) κυκλοφορεί ως τρισθενής σίδηρος στο αίμα, εκτός αιμοσφαιρίων, ενωμένος με πρωτεΐνη (τρανσφερρίνη) και αποτελεί το σίδηρο τον ορού. Ο υπόλοιπος σίδηρος του σώματος βρίσκεται στη μυο­σφαιρίνη, τα κυτοχρώματα και μερικά άλλα ένζυμα.

Τα επίπεδα του σιδήρου στο πλάσμα επηρεάζονται πολύ από διάφορους φυσιολογικούς και παθολογικούς παράγοντες οι ο­ποίοι, όμως, δεν επιδρούν στην ολική ποσότητα του σιδήρου του σώματος αλλά, μάλλον, διαφοροποιούν την κατανομή του μεταξύ αποθηκών και πλάσματος. Η ανεπάρκεια σιδήρου οδηγεί σε α­νεπαρκή σύνθεση αίμης και σε αναιμία. Επειδή, όμως, οι φυσιο­λογικές απώλειες σιδήρου (αν δεν υπάρχει κάποια αιμορραγία) είναι πολύ μικρές, σε σχέση με τα υπάρχοντα αποθέματα, απαι­τείται τριετής περίπου αποκλειστική διατροφή με διαιτολόγιο ε­λεύθερο σιδήρου, μέχρι να εγκατασταθεί ανεπάρκεια σιδήρου.

Μονάδες : μmol/L. χ 5,585 = μg/dL (γ%)

μg/dL χ 0,179 = μmol/L

Φυσιολογικές τιμές : Άνδρες : 60 - 160 μg/dL

Γυναίκες : 45 - 155 »

Ηλικιωμένοι: 40 - 80 »

Παιδιά : 45 - 120 »

Φυσιολογικές μεταβολές του σιδήρου του ορού

Υπάρχουν παράγοντες οι οποίοι, επιδρώντας στην κατανομή του σιδήρου μεταξύ αποθηκών και πλάσματος, μπορούν να προ­καλέσουν αξιοσημείωτες διακυμάνσεις που ξεπερνούν το 100%. Π.χ. ο σίδηρος του ορού είναι κατά 30% υψηλότερος το πρωί απ'ότι το απόγευμα. Επίσης, μεταβάλλεται από μέρα σε μέρα και

επηρεάζεται από το σωματικό και το ψυχικό στρες (π.χ. αϋπνία). Αμέσως πριν και κατά την έμμηνη ρύση πέφτει, μερικές φορές σε πολύ χαμηλά επίπεδα, μάλλον εξαιτίας ορμονικών επιδράσεων και όχι από απώλεια αίματος. Με τη χρήση αντισυλληπτικών και στην έναρξη της εγκυμοσύνης διαπιστώνεται αύξηση του κ.ο.κ.

Αύξηση :

Υπερφόρτωση σιδήρου

Κληρονομική (οικογενής αιμοχρωμάτωση)

Πολλαπλές μεταγγίσεις ερυθροκυττάρων (μεταγγισιακή αιμοσιδήρωση)

Παθήσεις του μυελού των οστών, σιδηροβλαστικές αναιμίες, οξεία λευχαιμία

Αναιμία αιμολυτική, κακοήθης, απλαστική, μεσογειακή (αυ­ξημένη καταστροφή ερυθροκυττάρων ή διαταραχές στην α­ποθήκευση Fe)

Οξεία ηπατική νόσος (απελευθέρωση φερριτίνης λόγω ηπατοκυτταρικής νέκρωσης)

Κίρρωση του ήπατος

Δηλητηρίαση από μόλυβδο

Έλλειψη βιταμίνης Βΐ2 και πυριδοξίνης

Μετά από κορεσμό με βιταμίνη C

Νεφρίτιδα

Θεραπευτική αγωγή με οιστρογόνα

Ελάττωση :

Φυσιολογική εγκυμοσύνη (από το μέσον της και μετέπειτα, με βαθμιαία αύξηση της ΤΙΒC)

Ανεπάρκεια σιδήρου (υπόχρωμη μικροκυτταρική αναιμία, σιδηροπενική αναιμία)

Ύφεση κακοήθους αναιμίας (δηλ. η ταχεία αναγέννηση αί­ματος καταναλίσκει το διαθέσιμο σίδηρο)

Νοσήματα οξέα (κρυολόγημα) ή χρόνια (ρευματοειδής αρ­θρίτιδα)

Καρκίνος

Υποθυρεοειδισμός

Νεφρωσικό σύνδρομο

Θεραπεία με ΑCΤΗ ή φλοιοεπινεφριδικό εκχύλισμα

Μετεγχειρητικά

Συγγενής ατρανσφερριναιμία



ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ