Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρείται να σχεδιαστεί ένα τεστ αίματος για τη διάγνωση της κατάθλιψης. Στο παρελθόν έχουν γίνει δοκιμές για τον εντοπισμό ενός αξιόπιστου δείκτη διάγνωσης της συγκεκριμένης ψυχικής διαταραχής στα ούρα ή το αίμα. Οι προσπάθειες αυτές όμως είχαν φτωχά αποτελέσματα, δεδομένης της σύνθετης και πολύπλοκης βιοχημικής ταυτότητας της κατάθλιψης. Το υπό μελέτη τεστ δεν αποκλείεται να ανατρέψει αυτή την εικόνα. Μάλιστα, αν τεθεί σε εφαρμογή η εν λόγω εξέταση, θα αποτελεί το πρώτο εργαστηριακό τεστ που θα αφορά τη διάγνωση ψυχιατρικής νόσου.

Οι 9 δείκτες
Το υπό μελέτη τεστ εξετάζει 9 βιολογικούς δείκτες, μεταξύ των οποίων η κορτιζόλη και η προλακτίνη, που σχετίζονται με τη φλεγμονή, την ανάπτυξη και τη διατήρηση των νευρώνων του εγκεφάλου, καθώς και την αλληλεπίδραση ανάμεσα στις δομές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την απόκριση στο στρες. Οι τιμές των 9 βιολογικών δεικτών συνδυάζονται με μια ειδική φόρμουλα και το αποτέλεσμα του συνδυασμού τους κατατάσσεται σε μια κλίμακα ανίχνευσης της σοβαρής κατάθλιψης, για την αντιμετώπιση της οποίας ίσως συστηθούν αντικαταθλιπτικά, καθώς και ψυχοθεραπεία.

Η αξία του τεστ
«Παραδοσιακά η διάγνωση της κατάθλιψης, καθώς και άλλων ψυχικών διαταραχών, γίνεται με βάση τα συμπτώματα που αναφέρει ο ίδιος ο ασθενής, αλλά η ακρίβεια αυτής της διαδικασίας ποικίλλει και συχνά εξαρτάται από την εμπειρία και τα μέσα που διαθέτει ο γιατρός», εξηγεί ο δρ. Γιώργος Παπακώστας, διευθυντής του Τομέα Μελετών της Ανθεκτικής Κατάθλιψης στο Τμήμα Ψυχιατρικής του Γενικού Νοσοκομείου της Μασαχουσέτης στη Βοστόνη των Η.Π.Α. (να σημειώσουμε ότι ως ανθεκτική ορίζεται η κατάθλιψη που δεν ανταποκρίνεται σε τουλάχιστον 2 φαρμακευτικές προσπάθειες για την αντιμετώπισή της). Και συνεχίζει ο καθηγητής: «Η προσθήκη ενός αντικειμενικού και αξιόπιστου βιολογικού τεστ θα μπορούσε να βελτιώσει την ακρίβεια της διαγνωστικής μεθοδολογίας και πιθανόν να μας βοηθήσει στο άμεσο μέλλον να επιλέγουμε την πιο αποτελεσματική και με τις λιγότερες παρενέργειες θεραπεία».

Το επόμενο βήμα
Για να αποδειχθεί η πραγματική αξία αυτού του τεστ, είναι απαραίτητο να γίνουν κλινικές μελέτες με περισσότερους ασθενείς, τονίζει ο δρ. Γιώργος Παπακώστας. Ο ίδιος εκτιμά ότι όταν το τεστ τεθεί σε ευρεία εφαρμογή, θα αποτελεί ένα προσιτό σε κόστος τεστ ρουτίνας.
Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η εν λόγω μελέτη έχει ήδη γεννήσει ερωτήματα που αφορούν το κατά πόσον ένα τεστ αίματος μπορεί να είναι πιο αξιόπιστο από τον γιατρό που καλείται να διαγνώσει την κατάθλιψη, καθώς και το πρόβλημα που μπορεί να δημιουργηθεί σε περιπτώσεις που ο εξεταζόμενος πάσχει από κατάθλιψη μεν, σύμφωνα με την εκτίμηση του γιατρού του, αλλά το αποτέλεσμα του τεστ είναι αρνητικό (ψευδώς αρνητικό). Επιπλέον, με δεδομένο ότι η κατάθλιψη θεωρείται πολύπλοκη ψυχική διαταραχή, εκτιμάται ότι η διάγνωσή της δεν μπορεί να «περιοριστεί» στα όρια μιας αιματολογικής εξέτασης.

Πόσο μας απειλεί η κατάθλιψη
➜ Οι πιθανότητες να πάθουμε ένα καταθλιπτικό επεισόδιο στη ζωή μας είναι 10-20%, αλλά για όσους έχουν ήδη περάσει ένα καταθλιπτικό επεισόδιο οι πιθανότητες να υποστούν ένα δεύτερο ανέρχονται στο 50%.
➜ Στη χώρα μας εκτιμάται ότι νοσεί από μέτρια κατάθλιψη το 5-10% του πληθυσμού και από βαριά το 3%.

Η έρευνα με μια ματιά
➜ Η πρώτη φάση της έρευνας συμπεριελάμβανε 36 ενηλίκους που είχαν διαγνωστεί με σοβαρή κατάθλιψη και 43 υγιείς ενηλίκους. Η δεύτερη φάση συμπεριελάμβανε 34 ασθενείς με κατάθλιψη και 31 ενηλίκους με θετικό αποτέλεσμα στην κλίμακα ανίχνευσης της σοβαρής κατάθλιψης.
➜ Το τεστ αίματος διεξήχθη σε όλους τους συμμετέχοντες και έδειξε ότι μπορούσε να διαγνώσει τους ασθενείς με κατάθλιψη στο 91% των περιπτώσεων. Επίσης, μπορούσε να διαγνώσει με 81% ακρίβεια τις περιπτώσεις των ενηλίκων που δεν νοσούσαν. Η έρευνα δημοσιεύτηκε στην έγκριτη ιατρική επιθεώρηση «Molecular Psychiatry».
➜ «Σήμερα μπορεί να είναι δύσκολο να πειστούν οι ασθενείς για την ανάγκη να ακολουθήσουν θεραπεία με βάση τα επίσημα διαγνωστικά ερωτηματολόγια που χρησιμοποιούνται για την κατηγοριοποίηση των συμπτωμάτων τους», επισημαίνει ο John Bilello, επικεφαλής επιστημονικός συνεργάτης της φαρμακευτικής εταιρείας που χρηματοδότησε τη μελέτη, ο οποίος συμμετείχε στην έρευνα. Και προσθέτει: «Εκτιμούμε ότι η βιολογική υπόσταση του τεστ δίνει στους ασθενείς μια χειροπιαστή απόδειξη της σύγχρονης παγκόσμιας προσέγγισης της κατάθλιψης ως μιας ασθένειας που μπορεί να διαγνωστεί και να αντιμετωπιστεί ιατρικά και όχι ως μιας νοσηρής κατάστασης που στιγματίζει τον ασθενή».

  ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΤΟΥΝΤΑΣ, νευρολόγος-ψυχίατρος, διδάκτορ του Πανεπιστημίου Αθηνών.